Οι προσπάθειες αντιμετώπισης του AIDS, της φυματίωσης και της ελονοσίας ανακάμπτουν, αλλά όχι ικανοποιητικά

Οι προσπάθειες αντιμετώπισης του AIDS, της φυματίωσης και της ελονοσίας άρχισαν να ευδοκιμούν τον περασμένο χρόνο αφού υπέστησαν σφοδρό πλήγμα το 2020 εξαιτίας της πανδημίας της COVID-19, αλλά η διεθνής κοινότητα δεν βρίσκεται ακόμη σε τροχιά νίκης επί αυτών των φονικών ασθενειών, σύμφωνα με μια έκθεση που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.

Στην έκθεση για το 2021 του Παγκόσμιου Ταμείου για την Καταπολέμηση του AIDS, της Φυματίωσης και της Ελονοσίας αναφέρεται ότι ο αριθμός των ανθρώπων που προσεγγίστηκαν μέσω θεραπειών και προσπαθειών πρόληψης ανέκαμψε τον περασμένο χρόνο έχοντας μειωθεί για πρώτη φορά μέσα σε σχεδόν 20 χρόνια το 2020.

Ωστόσο, δεν ανακτήθηκε πλήρως το χαμένο έδαφος, όπως εξήγησε ο Πίτερ Σαντς, ο επικεφαλής του Ταμείου, μιας ένωσης κατά το ήμισυ ιδιωτικής και κατά το άλλο δημόσιας με έδρα την Γενεύη, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Οι προσπάθειες αντιμετώπισης

“Οι περισσότερες χώρες έχουν κάνει εντυπωσιακή δουλειά για να ανακάμψουν από την φρικτή αναταραχή του 2020 … αλλά δεν βρισκόμαστε εκεί που θα θέλαμε. Υπερβολικά πολλοί άνθρωποι συνεχίζουν να πεθαίνουν από αυτές τις ασθένειες”, δήλωσε ο ίδιος την περασμένη εβδομάδα στο Reuters.

Για παράδειγμα, ο αριθμός των ασθενών που έλαβαν θεραπεία για φυματίωση μειώθηκε κατά 19% το 2020 πέφτοντας στα 4,5 εκατομμύρια.

Μέσα στο 2021 ο αριθμός αυτός αυξήθηκε και πάλι κατά 12% στα 5,3 εκατομμύρια–χαμηλότερος όμως από τα 5,5 εκατομμύρια που λάμβαναν θεραπεία πριν από την πανδημία.

Ενώ τα προγράμματα για την ελονοσία και το AIDS ξεπέρασαν τα επίπεδα του 2019, οι επιπτώσεις της πανδημίας δείχνουν ότι απέχουν από τον στόχο εξάλειψης των ασθενειών αυτών μέχρι το 2030.

Ο Σαντς προειδοποίησε ότι οι επιπτώσεις της παγκόσμιας επισιτιστικής κρίσης, η οποία γιγαντώθηκε εξαιτίας της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, θα επιδεινώσουν την κατάσταση.

Μολυσματικές νόσοι είναι συνήθως πιο φονικές για ανθρώπους, ο οργανισμός των οποίων είναι εξασθενημένος εξαιτίας του υποσιτισμού και επίσης δεν ανταποκρίνονται εξίσου καλά στη θεραπεία ή στις προσπάθειες πρόληψης.

Με αυτά τα δεδομένα, όπως εξηγεί ο Σαντς, είναι “πιθανό” το Ταμείο να χρειαστεί να συνεργαστεί με εταίρους για να παράσχει μεγαλύτερη διατροφική υποστήριξη σε σχέση με ό,τι έχει προσφέρει στο παρελθόν ώστε να συνεχίσει να σώζει ζωές.

Η έκθεση εκτιμά ότι το έργο του Ταμείου με χώρες έχει σώσει περίπου 50 εκατομμύρια ζωές από την έναρξή του το 2002. Από τον Μάρτιο του 2020 και έπειτα έχει δαπανήσει 4,4 δισεκατομμύρια δολάρια για να μετριάσει τις επιπτώσεις της COVID-19 σε κομβικούς τομείς και να καταπολεμήσει την πανδημία.

Για να συνεχίσει το έργο του, το Ταμείο στοχεύει τώρα να συγκεντρώσει 18 δισ. δολάρια για τον επόμενο τριετή κύκλο χρηματοδότησης από κυβερνήσεις, από την κοινωνία των πολιτών και από τον ιδιωτικό τομέα. Έχει ήδη συγκεντρώσει πάνω από το ένα τρίτο του συνολικού ποσού και υπάρχουν σχέδια για μια σύνοδο όπου θα υπάρξουν δεσμεύσεις την ερχόμενη εβδομάδα, την οποία θα φιλοξενήσει ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν.

Διαβάστε επίσης

Η κουζίνα του φοιτητή – Τι χρειάζεται και πως να ψωνίζει έξυπνα στο σούπερ μάρκετ

Μελέτη: Την ίδια ανάπτυξη έχουν τα παιδιά που ακολουθούν χορτοφαγική διατροφή, με εκείνα που τρώνε κρέας

Δείτε Ακόμη

Έχετε κάποιο σχόλιο;

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Με την υποβολή του σχολίου σας αυτόματα συμφωνείτε με τους Γενικούς Κανόνες Σχολιασμού Άρθρων τους οποίους μπορείτε να διαβάσετε εδώ.