Για την υπογονιμότητα γράφει ο Χαράλαμπος Γαλανόπουλος Αναπληρωτής Διευθυντής Γυναικολογικής Κλινικής Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center
Η υπογονιμότητα είναι μία σχετικά συχνή ιατρική κατάσταση με σημαντικές ψυχολογικές, οικονομικές και δημογραφικές συνέπειες που αφορά το 1 στα 7 ζευγάρια αναπαραγωγικής ηλικίας. Πόσο μάλλον στη χώρα μας, όπου ο μέσος όρος ηλικίας των ζευγαριών που αρχίζουν προσπάθειες είναι σημαντικά αυξημένος σε σχέση με τους αντίστοιχους Ευρωπαϊκούς.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (Π.Ο.Υ.) χαρακτηρίζει πλέον την υπογονιμότητα ως διαταραχή της υγείας που χρήζει ειδικής διερεύνησης και θεραπείας.
Με τον όρο υπογονιμότητα ορίζεται η αδυναμία ενός ζευγαριού να αποκτήσει παιδί εντός ενός έτους τακτικών σεξουαλικών επαφών χωρίς αντισυλληπτική προστασία. Όταν η ηλικία της γυναίκας πλησιάζει τα 40, ο χρόνος μειώνεται στους 6 μήνες.
Τουλάχιστον 1 στα 10 ζευγάρια δυσκολεύεται να κάνει παιδί
Το 10-15% των ζευγαριών που βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία αντιμετωπίζουν κάποιας μορφής δυσκολία στη προσπάθεια απόκτησης τέκνου.
Θεωρητικά, περίπου το 85-90% των ζευγαριών επιτυγχάνει σύλληψη εντός έτους. Το υπόλοιπο 10-15% θεωρείται “υπογόνιμο” και χρήζει ειδικής διερεύνησης. Αυτό το ποσοστό αφορά ζευγάρια μέχρι 35 ετών.
Σε ζευγάρια όπου η γυναίκα είναι 35-40 ετών το ποσοστό ανέρχεται σε 31% και σε ηλικίες άνω των 40 σε 60%.
Αίτια υπογονιμότητας
Διακρίνονται σε τρείς μεγάλες κατηγορίες:
- Γυναικείος παράγοντας (35-40%)
- Ανδρικός παράγοντας (35-40%)
- Ανεξήγητη υπογονιμότητα (15-20%)
Ο έλεγχος του υπογόνιμου ζευγαριού σε ένα ποσοστό 75% θα αποκαλύψει μία από τις εξής τρεις αιτίες: Α) διαταραχές ωοθηλακιορρηξίας Β) διαταραχές σπέρματος Γ) διαταραχές στη λειτουργικότητα των σαλπίγγων.
Σε ένα ποσοστό 4% αφορά ενδομητρίωση, σε ένα 6% ανοσολογικούς παράγοντες, τραχηλικούς παράγοντες (πολύποδες, στένωση, βλέννη ), μητρικούς παράγοντες (ινομυώματα, πολύποδες, συμφύσεις, συγγενείς διαμαρτίες, λοιμώξεις). Στο υπόλοιπο 15% δεν ανευρίσκεται κάποια αιτιολογία (ανεξήγητη υπογονιμότητα).
Διερεύνηση υπογονιμότητας
Ο έλεγχος της υπογονιμότητας ξεκινά με ένα λεπτομερές ιστορικό και των δύο μελών. Ακολουθεί ενδελεχής κλινική εξέταση της γυναίκας που περιλαμβάνει γυναικολογική εξέταση και διακολπικό υπερηχογράφημα.
Ακολούθως συστήνεται για τη γυναίκα
- Ορμονικός έλεγχος
- Έλεγχος ΑΜΗ (Aντιμυλλέριος ορμόνη)
- Έλεγχος βατότητας σαλπίγγων (Υστεροσαλπιγγογραφία)
- Έλεγχος καρυότυπου
- Έλεγχος κυστικής ίνωσης
- Έλεγχος θρομβοφιλίας
- Έλεγχος κολπικού τραχηλικού υγρού
- Εφόσον κριθεί απαραίτητο, έλεγχος με υστεροσκόπηση ή λαπαροσκόπηση ή/και τα δύο
Έλεγχος ανδρικού παράγοντα
- Σπερμοδιάγραμμα και καλλιέργεια σπέρματος
- Ορμονικός έλεγχος
- Έλεγχος καρυότυπου
- Κλινική εξέταση από ειδικό Ουρολόγο
Θεραπευτική αντιμετώπιση
Όπως έγινε κατανοητό από τα προηγούμενα, η υπογονιμότητα, τα αίτιά της και η προσέγγιση σε αυτά, είναι τρομερά σύνθετη – εξατομικευμένη και μοναδική σε κάθε ένα από τα ζευγάρια, για αυτό είναι ζωτικής σημασίας η συνεργασία και η εμπιστοσύνη μεταξύ θεράποντος και “ασθενή”.
Σε γενικές γραμμές η θεραπευτική προσέγγιση έχει ως εξής :
Διόρθωση τυχόν προβλημάτων που μπορεί να εμποδίζουν τη σύλληψη όπως ενδομητρίωση, ενδομητρικοί – τραχηλικοί πολύποδες, ινομυώματα, παθολογία σαλπίγγων, λοιμώξεις (μυκοπλάσματα, χλαμύδια).
Εάν αυτά δεν υφίστανται ή διορθωθούν αλλά δεν φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα καθώς και στις περιπτώσεις όπου υπάρχει πρόβλημα ωοθηλακιορρηξίας, απόφραξη σαλπίγγων, σοβαρή διαταραχή του σπέρματος ή τέλος όταν υπάρχει ανεξήγητη υπογονιμότητα, στρεφόμαστε σε μεθόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.
Πρόκληση ωοθηλακιορρηξίας.
Σπερματέγχυση.
Εξωσωματική Γονιμοποίηση (I.V.F).
Η κατανόηση της πάθησης απαιτεί ολιστική προσέγγιση από πλευράς του θεράποντος γυναικολόγου λαμβάνοντας υπόψιν και το ιατρικό κομμάτι αλλά και το ψυχολογικό και το κοινωνικο-οικονομικό κομμάτι αυτής της τόσο ιδιαίτερης σύγχρονης νόσου.