Μια διεπιστημονική ομάδα απαρτιζόμενη από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ), το Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου, το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο, τη Σχολή Δημόσιας Yγείας και του Τμήματος Χημικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Yale, υπό την καθοδήγηση του Καθηγητή Αναλυτικής Χημείας του ΕΚΠΑ, Νικόλαου Θωμαΐδη, δημοσίευσαν μια καινοτόμα και πρωτότυπη έρευνα που προετοιμάζουν εδώ και αρκετούς μήνες.
Το άρθρο έχει τίτλο «SARS-CoV-2 wastewater surveillance data can predict hospitalizations and ICU admissions» με συγγραφείς τους Αικατερίνη Γαλάνη, Reza Aalizadeh, Μάριο Κωστάκη, Αθηνά Μάρκου, Νικηφόρο Αλυγιζάκη, Θεόδωρο Λύτρα, Παναγιώτη Αδαμόπουλο, Jordan Peccia, David Thompson, Αικατερίνη Κοντού, Απόστολο Καραγιαννίδη, Εύη Λιανίδου, Μαργαρίτη Αυγέρη, Δημήτριο Παρασκευή, Σωτήριο Τσιόδρα, Ανδρέα Σκορίλα, Βασίλη Βασιλείου, Θάνο Δημόπουλο (Πρύτανη του ΕΚΠΑ) και το Νικόλαο Θωμαΐδη.
Οι ερευνητές χρησιμοποιούν την Επιδημιολογία Λυμάτων και προβλέπουν τα επερχόμενα κύματα της COVID-19, καθώς επίσης τις εισαγωγές στα νοσοκομεία και τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) ασθενών που έχουν προσβληθεί από τον SARS-CoV-2.
Παρουσιάζεται επίσης η παρακολούθηση των μεταλλάξεων του ιού στα λύματα.
Χρησιμοποιώντας το βελτιστοποιημένο και επικυρωμένο αναλυτικό τους πρωτόκολλο και δημιουργώντας προηγμένα υπολογιστικά μοντέλα, η ομάδα μπορεί να προβλέπει τις εισαγωγές στα νοσοκομεία και τις ΜΕΘ μέχρι και 9 ημέρες νωρίτερα.
Η συγκεκριμένη έρευνα δημοσιεύτηκε στο διεθνούς φήμης και μεγάλης απήχησης περιοδικό Science of The Total Environment (Συντελεστής Απήχησης 7.96).
Καθημερινά, εδώ και 18 μήνες, η ομάδα αναλύει δείγματα ακατέργαστων λυμάτων που προέρχονται από το Κέντρο Επεξεργασίας Λυμάτων της Ψυττάλειας (ΚΕΛΨ).
Από τα μεγαλύτερα κέντρα παγκοσμίως
Το ΚΕΛΨ εξυπηρετεί τον πληθυσμό της Αττικής (περίπου 3700000 πληθυσμό) και αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα σε παγκόσμιο επίπεδο.
Τα αποτελέσματα της έρευνας παρέχουν εξαιρετικά σημαντικές επιδημιολογικές πληροφορίες για την εξέλιξη της COVID-19 για πάνω από ένα εξάμηνο, κατά το 2ο και 3ο κύμα.
«Η επιτήρηση των λυμάτων αποτελεί θεμελιώδη τρόπο στην κατανόηση των επιπέδων του SARS-CoV-2 στις τοπικές κοινότητες κατά τη διάρκεια της πανδημίας» είπε ο Βασίλης Βασιλείου, διακεκριμένος καθηγητής (Susan Dwight Bliss Professor) Επιδημιολογίας στη Σχολή Δημόσιας Yγείας του Πανεπιστημίου Yale.
«Δεδομένου ότι οι ασυμπτωματικοί φορείς αποβάλλουν τον ιό στις απεκκρίσεις τους, η ανάλυση των λυμάτων μπορεί να δώσει πληροφορίες για επιμολύνσεις που δεν έχουν καταγραφεί ως επιβεβαιωμένα κρούσματα, με μη παρεμβατικό τρόπο, σε αντίθεση με την εξέταση των επιχρησμάτων. Η Επιδημιολογία Λυμάτων μπορεί να χρησιμοποιείται εκτεταμένα για την παρακολούθηση της κατάστασης υγείας ενός πληθυσμού, ενισχύοντας τις Αρμόδιες Αρχές για την Υγεία», αναφέρει ο Νικόλαος Θωμαΐδης, εμπνευστής και συντονιστής της έρευνας από το Εργαστήριο Αναλυτικής Χημείας του Τμήματος Χημείας του ΕΚΠΑ.
«Τα μοντέλα που αναπτύχθηκαν και επικυρώθηκαν σε αυτή τη μελέτη αποτελούν ένα εξαιρετικό εργαλείο έγκαιρης προειδοποίησης για τις εισαγωγές στα νοσοκομεία και στις ΜΕΘ και επομένως μπορούν να προετοιμάζουν τις αρχές για τις εισαγωγές COVID-19» ανέφερε ο διακεκριμένος Καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής (Thomas E. Golden Professor Environmental Engineering), Jordan Peccia, του Πανεπιστημίου Yale.
«Συνεργασίες σαν αυτή που φέρνουν κοντά ερευνητές διαφορετικών γνωστικών και επιστημονικών αντικειμένων είναι σημαντικές για την προστασία της Δημόσιας Υγείας από τις πανδημίες και άλλες υγειονομικές απειλές», είπε χαρακτηριστικά, ο Μελέτιος-Αθανάσιος Δημόπουλος, Πρύτανης του ΕΚΠΑ και μέλος της ερευνητικής ομάδας.
Το άρθρο παρουσιάζει ενδελεχώς την υγειονομική κρίση όπως αποτυπώθηκε στην Αττική και τις φάσεις της πανδημίας στη χώρα, από τον Αύγουστο του 2020 μέχρι και το Μάρτιο του 2021. Στην ομολογουμένως εκτενή και πρωτοποριακή έρευνα, αξιολογούνται τα δεδομένα που προκύπτουν από την ανάλυση λυμάτων αλλά και τα κλινικά δεδομένα για την επιδημιολογική εικόνα της Αττικής για πάνω από 6 μήνες.
Περαιτέρω έρευνα απαιτείται και εκπονείται για να δοκιμαστούν και να ελεγχθούν τα εργαλεία πρόβλεψης σε διαφορετικές συνθήκες και περιόδους. Ωστόσο, τα ευρήματα της έρευνας, αντικατοπτρίζουν σε σημαντικό βαθμό την υγειονομική κρίση, την εξέλιξη και τη δυναμική μετάδοσης της νόσου και τα επίπεδα νοσηρότητας στην Αττική, αποτελώντας πηγή εξαιρετικής πληροφόρησης για τις αρχές ώστε να κινητοποιηθούν επιτυχώς όλοι οι δυνατοί πόροι για την αντιμετώπιση της πανδημίας.