Οι ανθυγιεινές επιλογές σε τροφές συνδέονται με περισσότερες από 14 εκατομμύρια περιπτώσεις διαβήτη τύπου 2, σύμφωνα με μεγάλη επιστημονική μελέτη.
Οι τροφές που συνδέθηκαν με 14 εκατ. νέες περιπτώσεις διαβήτη παγκοσμίως σε έναν χρόνο
Μεγάλη έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο Nature, εξέτασε τις διατροφικές επιλογές σε 184 χώρες και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η υπερβολική κατανάλωση συγκεκριμένων τροφίμων – ανάμεσά τους το ραφιναρισμένο ρύζι και σιτάρι, τα επεξεργασμένα κρέατα, το κόκκινο κρέας και οι τυποποιημένοι χυμοί φρούτων – συνέβαλε στις 7 από τις 10 νέες διαγνώσεις διαβήτη τύπου 2 το 2018.
Αυτή η μορφή διαβήτη συνήθως επηρεάζει τους μεσήλικες και τους μεγαλύτερους σε ηλικία ενήλικες αυξάνοντας τον κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα, προβλήματα όρασης, νεφρικής νόσου και ακρωτηριασμών.
Οι επιστημονικές εκτιμήσεις δείχνουν ότι ο επιπολασμός του διαβήτη στους νέους αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά κατά τα επόμενα 30 έως 40 χρόνια.
Ο διαβήτης τύπου 2 μπορεί να προληφθεί, με την διατήρηση ενός υγιούς βάρους, την επαρκή σωματική άσκηση και την υγιεινή διατροφή.
Ωστόσο, σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στις 17 Απριλίου στο Nature Medicine, η διατροφή μπορεί να είναι το πιο κρίσιμο κομμάτι στο παζλ πρόληψης του διαβήτη.
Για να εξετάσουν τον ρόλο, που μπορεί να διαδραματίσουν συγκεκριμένοι διατροφικοί παράγοντες στην παγκόσμια επίπτωση του διαβήτη, επιστήμονες από το Friedman School of Nutrition Science and Policy στο Πανεπιστήμιο Tufts ανέπτυξαν ένα ερευνητικό μοντέλο της διατροφικής πρόσληψης 184 χωρών με βάση τα δεδομένα 1990-2018 που ανακτήθηκαν από Παγκόσμια βάση δεδομένων για τη διατροφή.
Περιλάμβαναν επίσης δημογραφικά στοιχεία πληθυσμού, δεδομένα παγκόσμιας επίπτωσης του διαβήτη και πληροφορίες από μελέτες σχετικά με το πώς οι επιλογές τροφίμων επηρεάζουν τα άτομα με παχυσαρκία και διαβήτη τύπου 2.
Μετά την ανάλυση των δεδομένων, η ομάδα διαπίστωσε ότι πάνω από 14,1 εκατομμύρια νέες περιπτώσεις διαβήτη τύπου 2 παγκοσμίως το 2018 αποδίδονταν σε κακή διατροφή.
Οι κινητήριοι παράγοντες για τις διαγνώσεις περιελάμβαναν την κατανάλωση υπερβολικής ποσότητας επεξεργασμένου ρυζιού και σιταριού, επεξεργασμένων κρεάτων, μη επεξεργασμένου κόκκινου κρέατος, πατάτας και χυμού φρούτων και την μικρότερη κατανάλωση δημητριακών ολικής αλέσεως, γιαουρτιού, φρούτων, μη αμυλούχων λαχανικών, ξηρών καρπών και σπόρων.
Οι συγγραφείς της μελέτης σημειώνουν ότι η υπερβολική πρόσληψη επεξεργασμένου ρυζιού και σιταριού και η ανεπαρκής πρόσληψη δημητριακών ολικής αλέσεως μπορεί να είναι οι δύο κορυφαίοι διατροφικοί παράγοντες για την εμφάνιση διαβήτη τύπου 2 παγκοσμίως.
Επιπλέον, οι επιστήμονες ανακάλυψαν τις πιο σημαντικές συνδέσεις μεταξύ του διαβήτη τύπου 2 και της διατροφής, στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και την Κεντρική Ασία – ιδίως την Πολωνία και τη Ρωσία, τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική.
Αντίθετα, η Νιγηρία, η Ινδία και η Αιθιοπία είχαν τις λιγότερες περιπτώσεις διαβήτη τύπου 2 που σχετίζονται με ανθυγιεινή διατροφή.
Όταν η ερευνητική ομάδα αξιολόγησε τα δεδομένα ανά φύλο, ηλικία, επίπεδο εκπαίδευσης και αν οι άνθρωποι ζούσαν σε αγροτικές ή αστικές περιοχές, διαπίστωσαν ότι η σχέση μεταξύ κακής διατροφής και διαβήτη ήταν πιο εμφανής στους άνδρες και τους μεσήλικες ενήλικες.
Επιπλέον, οι περιπτώσεις διαβήτη που αποδίδονται στη διατροφή ήταν υψηλότερες μεταξύ όσων ζούσαν σε αστικές και αγροτικές περιοχές.
Η ομάδα βρήκε επίσης υψηλότερη επιβάρυνση διαβήτη που σχετίζεται με τη διατροφή, μεταξύ εκείνων με μεγαλύτερη εκπαίδευση. Ωστόσο, σε χώρες υψηλού εισοδήματος, την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και την Κεντρική Ασία, τα μεσαία έως χαμηλά επίπεδα εκπαίδευσης συσχετίστηκαν με υψηλότερα ποσοστά διαβήτη λόγω διατροφής.
Συνολικά, όλες οι χώρες παρουσίασαν αύξηση στις διαγνώσεις διαβήτη τύπου 2 από το 1990 έως το 2018.
Ο ανώτερος συγγραφέας Dariush Mozaffarian, Jean Mayer καθηγητής Διατροφής στη Σχολή Friedman, λέει ότι, «η μελέτη μας δείχνει ότι η κακή ποιότητα υδατανθράκων είναι η κύρια κινητήρια δύναμη του διαβήτη τύπου 2 που αποδίδεται στη διατροφή παγκοσμίως.
«Αυτά τα νέα ευρήματα αποκαλύπτουν κρίσιμους τομείς για την εθνική και την παγκόσμια διατροφή, για τη βελτίωση της εστίασης και τη μείωση των καταστροφικών επιβαρύνσεων του διαβήτη», προσθέτει.
Οι συγγραφείς της μελέτης λένε επίσης – όπως αναφέρει το healthnews.com – ότι αυτά τα ευρήματα υπογραμμίζουν την ανάγκη για πολυτομεακές προσεγγίσεις για τη βελτίωση της ποιότητας της διατροφής σε όλη τη διάρκεια της ζωής – ειδικά κατά την παιδική ηλικία και την εφηβεία, όταν διαμορφώνονται διατροφικές συνήθειες.
Διαβάστε επίσης
Ο ΠΟΥ θα αξιολογήσει τον Μάιο εάν η COVID-19 θα εξακολουθήσει να είναι “παγκόσμια έκτακτη ανάγκη”