Η δευτερογενής υπογονιμότητα είναι συνήθως απροσδόκητη και προκαλεί απογοήτευση στους γονείς που επιθυμούν να μεγαλώσουν την οικογένειά τους, αποκτώντας άλλο ένα παιδί.
Πολλοί πιστεύουν ότι από τη στιγμή που δεν υπήρξε κανένα πρόβλημα στη σύλληψη του πρώτου τους παιδιού, η απόκτηση του δεύτερου θα είναι μία εύκολη διαδρομή.
Αλλά αυτό δεν ισχύει απαραίτητα. Η δευτερογενής υπογονιμότητα, μπορεί να συμβεί σε οποιονδήποτε.
“Η δευτερογενής υπογονιμότητα συμβαίνει όταν μία γυναίκα που έχει ήδη αποκτήσει ένα ή περισσότερα παιδιά, δυσκολεύεται να ολοκληρώσει μια εγκυμοσύνη ή να μείνει έγκυος σε ένα διάστημα ελεύθερων επαφών για 6 ή 12 μήνες, ανάλογα με την ηλικία”, εξηγεί ο Δρ Ιωάννης Π. Βασιλόπουλος, MD, MSc, ειδικός στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή και ιδρυτικό μέλος του Institute of Life-ΙΑΣΩ.
“Τα καλά νέα είναι ότι μια γυναίκα με δευτερογενή υπογονιμότητα γνωρίζει ότι μπορεί να συλλάβει και να αποκτήσει ένα μωρό, επομένως ο στόχος είναι να βρεθεί η βασική αιτία και να διορθωθεί”, προσθέτει.
Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν την γονιμότητα και η πιο συχνή αιτία δευτερογενούς υπογονιμότητας είναι η ηλικία της γυναίκας. Όσο μεγαλώνει η γυναίκα, τόσο μειώνονται τα αποθέματα των ωοθηκών, με αποτέλεσμα από την ηλικία των 35 ετών και μετά να υπάρχει σημαντική μείωση των ωαρίων.
Επίσης, άλλες αιτίες που συμβάλλουν στη δευτερογενή υπογονιμότητα είναι:
- οι ακανόνιστοι εμμηνορροϊκοί κύκλοι με αποτέλεσμα διαταραχή στην ωορρηξία,
- πιθανοί τραυματισμοί των οργάνων του αναπαραγωγικού συστήματος από προηγούμενη καισαρική τομή ή προηγούμενη αποβολή,
- οι φραγμένες σάλπιγγες, πρόβλημα που εντοπίζεται πιο συχνά στη δευτεροπαθή σε σύγκριση με την πρωτοπαθή υπογονιμότητα.
Ο ανδρικός παράγοντας
Στη δευτεροπαθή υπογονιμότητα, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται και ο ανδρικός παράγοντας, καθώς μία προηγούμενη εγκυμοσύνη δεν σημαίνει απαραίτητα τη λειτουργική ικανότητα του σπέρματος. Χαμηλός αριθμός σπερματοζωαρίων, μειωμένη κινητικότητα ή διαταραχές στη μορφολογία του σπέρματος, μπορεί να είναι η αιτία για τη δευτερογενή υπογονιμότητα.
Αλλαγές στον τρόπο ζωής
Οι αλλαγές στον τρόπο ζωής, μπορεί να επηρεάσουν την ικανότητα σύλληψης, είτε πρόκειται για πρωτοπαθή, είτε για δευτεροπαθή υπογονιμότητα.
Είναι γνωστό ότι οι αλλαγές στο σωματικό βάρος έχουν επίδραση στη γονιμότητα. Η ωορρηξία μπορεί να επηρεαστεί σε γυναίκες που είναι πολύ αδύνατες ή παχύσαρκες, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν προβλήματα ωορρηξίας. Ανάλογη επίπτωση υπάρχει και στους άνδρες, καθώς η παχυσαρκία έχει διαπιστωθεί ότι συσχετίζεται με προβλήματα στο σπέρμα.
Διάγνωση
Αν έχει παρέλθει ένα διάστημα 12 μηνών και είστε κάτω των 35 ετών ή ένα 6μηνο και είστε άνω των 35 ετών, με σταθερές και χωρίς προστασία επαφές και δεν έχει επιτευχθεί εγκυμοσύνη, το ζευγάρι καλό θα είναι να υποβληθεί σε έναν κύκλο εξετάσεων.
Οι εξετάσεις αυτές περιλαμβάνουν ανάλυση σπέρματος, αξιολόγηση της ωορρηξίας και των επιπέδων αποθεμάτων ωοθηκών/ωαρίων, υπερηχογράφημα πυέλου και έλεγχο για να διαπιστωθεί εάν οι σάλπιγγες είναι ανοιχτές ή όχι.
Αντιμετώπιση
Μόλις ολοκληρωθούν οι εξετάσεις, ο γιατρός αναπαραγωγής θα εξετάσει ποιες θεραπείες μπορεί να είναι κατάλληλες, ανάλογα με την κατάσταση.
Η δευτερογενής υπογονιμότητα αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο όπως η πρωτοπαθή, και οι επιλογές κυμαίνονται από φαρμακευτική αγωγή για την τόνωση της ωορρηξίας έως την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Ειδικότερα:
- Πρόκληση ωορρηξίας: Με τη χρήση φαρμάκων προκαλείται ενίσχυση των ωοθηκών και ρυθμίζεται η ωορρηξία. Αυτή η αγωγή συνήθως συνδυάζεται με την ενδομήτρια γονιμοποίηση, όπου το σπέρμα εισάγεται απευθείας στη μήτρα της γυναίκας προκειμένου να αυξηθεί η πιθανότητα γονιμοποίησης.
- Χειρουργική επέμβαση: Χειρουργική επέμβαση απαιτείται ότι υπάρχουν φλεγμονές, ουλές, ινομυώματα, ενδομητρίωση ή φραγμένες σάλπιγγες.
- Σπερματέγχυση: Η σπερματέγχυση και η ενίσχυση του σπέρματος, χρησιμοποιείται όταν υπάρχει ανδρική υπογονιμότητα.
- Εξωσωματική γονιμοποίηση: Ακόμα και στη δευτεροπαθή υπογονιμότητα μπορεί οι μέθοδοι υποβοηθούμενης αναπαραγωγής να είναι η λύση, με τη γονιμοποίηση του ωαρίου από το σπέρμα στο εργαστήριο και τη μεταφορά του εμβρύου στη μήτρα.
“Η δευτεροπαθής υπογονιμότητα, είναι κάτι που επηρεάζει το 15% των ζευγαριών που θέλουν να μεγαλώσουν την οικογένειά τους. Πολλές φορές προκαλεί απογοήτευση, στενοχώρια, θυμό ή και ενοχές. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που δηλώνουν ότι έχει αντίκτυπο στη συναισθηματική τους υγεία. Ωστόσο, είναι μία κατάσταση που μπορεί να εντοπιστεί και το κυριότερο να αντιμετωπιστεί, αρκεί να υπάρχει σωστή ενημέρωση και σωστή καθοδήγηση”, καταλήγει ο κ. Ι. Βασιλόπουλος.

photo shutterstock
Διαβάστε επίσης
Ρήξη Πρόσθιου Χιαστού Συνδέσμου: Η Σημασία της Εξατομικευμένης Αντιμετώπισης
Παγκόσμια Ημέρα Διατροφής: Ο δρόμος από τον επισιτισμό στη μακροζωία