Πάνω από 1000 Ελληνίδες κάθε χρόνο κάνουν παιδί μετά τα 45. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, το 2019, 1078 γυναίκες γέννησαν σε ηλικία μεγαλύτερη των 45 ετών. Από αυτές, 135 έγιναν μητέρες μετά τα 50…
Και το 2018, οι αριθμοί ήταν αντίστοιχοι: 1033 γυναίκες έκαναν παιδί μετά τα 45, εκ των οποίων 113 μετά τα 50
Πολύ σπάνια η φυσική σύλληψη
Σύμφωνα με τους ειδικούς, φυσική σύλληψη σε αυτές τις ηλικίες είναι πολύ σπάνια. Σύμφωνα με τα σχετικά επιστημονικά δεδομένα, στην ηλικία των 45 ετών μόνο μία στις δέκα γυναίκες χωρίς ιστορικό υπογονιμότητας μπορεί να μείνει έγκυος με φυσικό τρόπο.
Ακόμη κι αν επιτευχθεί φυσική σύλληψη, το ποσοστό αποβολών φτάνει και το 50% ενώ αναφέρονται και υψηλές πιθανότητες χρωμοσωμικών ανωμαλιών στο έμβρυο.
«Θεωρητικά, δεν είναι αδύνατη η εγκυμοσύνη με φυσικό τρόπο σε αυτές τις ηλικίες, ούτε στα 50 χρόνια. Προϋπόθεση είναι, βέβαια, η γυναίκα να μην έχει μπει ακόμα στην εμμηνόπαυση και τα ωάριά της να διατηρούν τέτοια ποιότητα ώστε να μπορούν να δώσουν ένα καλής ποιότητας έμβρυο. Στην πράξη, όμως, οι εγκυμοσύνες μετά τα 47 ή 48 έτη επιτυγχάνονται σχεδόν εξ’ ολοκλήρου με εξωσωματική γονιμοποίηση, με χρήση ωαρίων που καταψύχθηκαν σε νεότερη ηλικία ή με δωρεά ωαρίων», εξηγεί ο μαιευτήρας – χειρουργός γυναικολόγος Δρ. Ιωάννης Π. Βασιλόπουλος, MD, MSc, ειδικός στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή και ιδρυτικό μέλος του Institute of Life-ΙΑΣΩ.
Πιθανότητες
Όπως ο ίδιος προσθέτει, «ακόμα και με τη βοήθεια της εξωσωματικής γονιμοποίησης, όταν χρησιμοποιύνται φρέσκα ωάρια σε γυναίκες ηλικίας άνω των 44 ετών, το ποσοστό εγκυμοσύνης είναι κάτω από 1,5% και μετά τα 49, ακόμη χαμηλότερο».
Όσο προχωράει η ηλικία τόσο, αυξάνεται το ποσοστό αποβολής. Μελέτη του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ έδειξε πως στις γυναίκες ηλικίας 40 ετών που κάνουν εξωσωματική, το ποσοστό αποβολής είναι 24%, αλλά στις 44χρονες φθάνει το 54%, ενώ μετά τα 45 το ποσοστό είναι πολύ υψηλότερο.
Επιπλοκές
Η προχωρημένη ηλικία αυξάνει και τον κίνδυνο επιπλοκών της κύησης, όπως ο διαβήτης και η υπέρταση, η προεκλαμψία και ο προδρομικός πλακούντας. «Σε σύγκριση με τις μητέρες ηλικίας 20-29 ετών, οι έγκυοι που έχουν κλείσει τα 50 έχουν σχεδόν τριπλάσια πιθανότητα να γεννήσουν πρόωρα ή πάρα πολύ πρόωρα, δηλαδή πριν από την 37η και την 28η εβδομάδα της κυήσεως αντίστοιχα», εξηγεί ο δρ. Βασιλόπουλος. «Επιπρόσθετα, έχουν διπλάσιες πιθανότητες να αποκτήσουν μωρό με χαμηλό βάρος γέννησης ή/και μικρόσωμο συγκριτικά με τον μήνα της κυήσεως όπου επέρχεται ο τοκετός».
Εναλλακτικές επιλογές
Οι νεότερες εξελίξεις στην εξωσωματική γονιμοποίηση, η κατάψυξη αλλά και η δωρεά ωαρίων, επιτρέπουν στις γυναίκες μετά τα 45 να έχουν μια καλή εγκυμοσύνη και να αποκτήσουν υγιή παιδιά.
Απαραίτητη προϋπόθεση, όμως, είναι να γίνονται προσεκτικές επιλογές. «Η επιλογή πρέπει να γίνεται έπειτα από ενδελεχή ιατρικό έλεγχο, διότι είναι πολλές οι παράμετροι της υγείας που πρέπει να ληφθούν υπόψιν και πολλοί οι δυνητικοί κίνδυνοι», τονίζει ο δρ. Βασιλόπουλος.
Οι κίνδυνοι αυτοί εξηγούν γιατί σε πολλές χώρες του κόσμου (και στην Ελλάδα) η εμβρυομεταφορά επιτρέπεται από τη νομοθεσία μέχρι πριν συμπληρωθεί το 50ό έτος της ηλικίας, ενώ σε άλλες (όπως η Κύπρος και η Αλβανία) επιτρέπεται και σε μεγαλύτερες ηλικίες.
Σε κάθε περίπτωση «η γυναίκα που θέλει να αποκτήσει μωρό σε μεγάλη ηλικία πρέπει να είναι υγιής, όταν αρχίζει την προσπάθεια, ούτως ώστε να μειώνονται οι πιθανοί κίνδυνοι. Όταν η γυναίκα είναι υγιής και προσέξει πολύ τον εαυτό της στη διάρκεια της κυήσεως, είναι εφικτό να έχει μια υγιή εγκυμοσύνη», τονίζει ο δρ. Βασιλόπουλος.
Επισημαίνει πάντως, ότι «καλό είναι οι γυναίκες να κυοφορούν σε μικρότερες ηλικίες και να μην αναβάλουν τη γονιμότητα για αργότερα. Και αυτό γιατί η εξωσωματική γονιμοποίηση δεν δίνει πάντοτε λύση, ενώ οι φυσικές αλλά και ψυχικές αντοχές που χρειάζονται για να μεγαλώσει σωστά ένα παιδί προσχολικής ηλικίας, είναι άλλες στην ηλικία των 35 και άλλες στην ηλικία των 50 ετών».