Τις τελευταίες μέρες ο πλανήτης κινείται στον ρυθμό της ευλογιάς των πιθήκων και πολλοί είναι εκείνοι, που αναρωτιούνται, τι άλλο θα μας βρει… Κι άλλα «ξεχασμένα» λοιμώδη νοσήματα επανεμφανίζονται στην Ελλάδα και το ερώτημα είναι κατά πόσο είμαστε προετοιμασμένοι για κάτι τέτοιο.
Ο Ιατρός Βιοπαθολόγος, Κλινικός Μικροβιολόγος, Διευθυντής Διαγνωστικού Τμήματος του Ινστιτούτου Παστέρ και των Εθνικών Εργαστηρίων Αναφοράς Δημόσιας Υγείας, Μανώλης Αγγελάκης, μας αποκαλύπτει ότι στη χώρα μας υπάρχουν κι άλλα τέτοια νοσήματα, αλλά ότι δεν είμαστε προετοιμασμένοι για αυτά.
Εφιάλτης τα «ξεχασμένα» λοιμώδη νοσήματα
Η ευλογιά των πιθήκων είναι σαν να χτύπησε την… καμπάνα για τα λοιμώδη νοσήματα στον κόσμο – και στη χώρα μας φυσικά.
Και μπορεί να είμαστε πιο υποψιασμένοι λόγω της εμπειρίας με την πανδημία, αλλά η COVID-19 είναι ένα νέο νόσημα, που δεν εμπίπτει στην κατηγορία των λεγόμενων «ξεχασμένων».
«Με αυτόν τον όρο εννοούμε κάποιες αναδυόμενες ασθένειες (emerging infections στα αγγλικά), τις οποίες είτε τις έχουμε υποτιμήσει, είτε δεν τις μελετούσαμε, είτε δεν υπήρχε ενδιαφέρον για αυτές, είτε θεωρούσαμε ότι δεν μας αγγίζουν στην παρούσα φάση», εξηγεί ο κ. Αγγελάκης.
Και προσθέτει: «Μιλάμε για πάνω από 140-150 νοσήματα, η λίστα είναι τεράστια, άγνωστος ο αριθμός τους. Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια αυτά τα νοσήματα τα βλέπουμε, πια. Βλέπουμε αναδυόμενες ασθένειες, που τις είχαμε υποτιμήσει. Οι λόγοι είναι πολλοί. Μεταξύ αυτών η αστικοποίηση των αγροτικών περιοχών, η παρέμβαση του ανθρώπου στη φύση γενικά, τα ταξίδια, οι δραστηριότητες σε εξωτερικούς χώρους, το κάμπινγκ, η ορειβασία κτλ».
Ποια αναδυόμενα νοσήματα εντοπίζονται στην Ελλάδα
Αυτό, που προβληματίζει, είναι το γεγονός ότι στην Ελλάδα εντοπίζονται κάποια από αυτά τα αναδυόμενα νοσήματα. Η ύπαρξή τους αναφέρεται σε δημοσιευμένες επιστημονικές μελέτες, μεν, αλλά ο πολύς κόσμος δεν ξέρει κάτι για αυτά.
«Για παράδειγμα, υπάρχει η νόσος του Lyme, που είναι της μόδας. Θα τη δείτε και ως τη νόσο του Τζάστιν Μπίμπερ και των διάσημων γενικά. Μεταδίδεται από τα τσιμπούρια και η διάγνωση είναι αρκετά δύσκολη. Κάθε χρόνο στην Ευρώπη εντοπίζονται 200 χιλιάδες περιστατικά», αναφέρει ο Διευθυντής Διαγνωστικού Τμήματος του Ινστιτούτου Παστέρ και των Εθνικών Εργαστηρίων Αναφοράς Δημόσιας Υγείας.
Όπως επισημαίνει ο κ. Αγγελάκης, όλες οι παροδικές μελέτες έδειχναν ότι η συγκεκριμένη νόσος δεν υπήρχε στην Ελλάδα. Όμως υπάρχει. Απλά έψαχναν το πιο διάσημο βακτήριο, το Μπορέλλια (Borrelia burgdorferi), το οποίο, όμως, έχει και «αδελφάκια» με τα ίδια συμπτώματα.
«Φαίνεται, λοιπόν, ότι υπάρχει στην Ελλάδα τελικά και, μάλιστα, ο ΕΟΔΥ σκέπτεται να το βάλουμε στα νοσήματα που τα ψάχνουμε στη χώρα μας, να είναι ένα από τα παθογόνα, με τα οποία πρέπει να ασχοληθούμε. Έχουμε ενεργό ενδιαφέρον για αυτό εδώ και 6 μήνες», μας λέει χαρακτηριστικά.
Αυτό το νόσημα, όμως, δεν είναι το μόνο.
Άλλο ένα με ενδιαφέρον για τη χώρα μας είναι ο λεγόμενος επιδημικός τύφος, που είναι η σοβαρότερη μορφή της νόσου. Από τους ασθενείς, που παραμένουν χωρίς θεραπεία, το 10% έως 60% μπορεί να πεθάνει.
«Για χρόνια πιστεύαμε ότι ο επιδημικός τύφος κυκλοφορούσε μόνο στην Κρήτη, στη Χαλκιδική και στο Ιόνιο, ενώ, τελικά, η κατανομή του είναι διάσπαρτη πανεθνικά. Μεταδίδεται από τους ψύλλους των ποντικιών. Εξετάζοντας τα περιστατικά, κάποια στιγμή διαπιστώσαμε ότι είχαμε αρκετά κρούσματα και στην Αθήνα. Η διασπορά γινόταν στις παραλίες, λόγω ρύπανσης. Τα ποντίκια πάνε και τρώνε από τα σκουπίδια και οι ψύλλοι τους τσιμπάνε τους λουόμενους. Πέρυσι βγήκαν τα σχετικά ευρήματα».
Η σημασία της βιοασφάλειας
Επιστρέφοντας στο θέμα των ημερών, την ευλογιά των πιθήκων, αλλά και στο ευρύτερο πλαίσιο των αναδυόμενων αυτών ασθενειών, ο κ. Αγγελάκης αναδεικνύει το ζήτημα της λεγόμενης βιοασφάλειας και τονίζει ότι είναι απαραίτητη.
«Δεν είμαστε προετοιμασμένοι ως χώρα για τέτοια νοσήματα. Σήμερα (σσ τη Δευτέρα) φτιάξαμε τη μοριακή εξέταση για την ευλογιά των πιθήκων και θα έρθουν αντιδραστήρια την ερχόμενη Δευτέρα. Παρόλο που έχουμε πια τεχνογνωσία και είμαστε πιο οργανωμένοι, πρέπει ακόμη να γίνουν πολλά, μένει να οργανωθεί καλύτερα το κομμάτι των εργαστηρίων», επισημαίνει ο κ. Αγγελάκης από το Ινστιτούτο Παστέρ.
Από τη μέρα, που οι ειδικοί επιστήμονες θα χρειαστεί να μελετήσουν ένα μικρόβιο, χρειάζονται περίπου δέκα μέρες.
Η βιοασφάλεια είναι ένα εργαστήριο αρνητικής πίεσης, στο οποίο θα μελετώνται ιοί, που μεταδίδονται εύκολα. Ένα τέτοιο εργαστήριο παραδόθηκε στο Ινστιτούτο Παστέρ μόλις την προηγούμενη εβδομάδα.
Διαβάστε επίσης
Γενετικά τροποποιημένες ντομάτες με έξτρα “βιταμίνη της λιακάδας”
Ο Μ. Αγγελλάκης από το Ινστιτούτο Παστέρ λύνει κάθε απορία για την ευλογιά των πιθήκων