Καθημερινή είναι η αναζήτηση νέων κλινών εντατικής θεραπείας για ασθενείς με Covid-19. Εδώ και ένα τουλάχιστον μήνα, ειδικά στην Αττική, τα κρεβάτια δεν είναι ποτέ αρκετά για να καλυφθούν οι ανάγκες. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, δεκάδες ασθενείς να είναι στην… αναμονή για μια θέση στην εντατική.
Σήμερα, 759 βαριά πάσχοντες από κορονοϊό νοσηλεύονται διασωληνωμένοι σε όλη την επικράτεια. Μόνο στο λεκανοπέδιο Αττικής έχουν αναπτυχθεί 415 κλίνες εντατικής θεραπείας για Covid-19, με ποσοστό πληρότητας πάνω από 90%. Τις επόμενες μέρες, θα αναπτυχθούν ακόμη 51 κλίνες (οι 33 από αυτές στο Θριάσιο που μετατρέπεται σε full covid νοσοκομείο).
Ποτέ ξανά η Ελλάδα δεν είχε τόσα πολλά κρεβάτια σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (συνολικά πάνω από 1400, για covid και non covid περιστατικά). Όμως και πάλι δεν είναι αρκετά…
Τελικά, πόσες κλίνες ΜΕΘ χρειάζεται αυτή η χώρα για να αντιμετωπίσει την πανδημία;
Όσοι βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της επιχειρησιακής διαχείρισης, υποστηρίζουν πως η απάντηση δεν περιλαμβάνει αριθμούς ή τουλάχιστον όχι μόνο αριθμούς…
Εξηγούν πως τα κρεβάτια που χρειάζονται για την φροντίδα των ασθενών με Covid-19 δεν υπολογίζονται μόνο ποσοτικά, αλλά βασίζονται και σε μια σειρά από ποιοτικά κριτήρια.
Συνδυασμός παραμέτρων
Οι ανάγκες σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) καθορίζονται, όπως εξηγούν οι ειδικοί από έναν συνδυασμό παραμέτρων οι οποίες αποτελούν και την ουσία της διαχείρισης των περιστατικών Covid-19.
Τα πρωτόκολλα που εφαρμόζονται πριν το στάδιο της διασωλήνωσης των ασθενών φαίνεται να έχουν καθοριστικό ρόλο στο πώς θα διαμορφωθούν οι ανάγκες σε ΜΕΘ. Στις χώρες με προηγμένα συστήματα Υγείας, τα πρωτόκολλα αυτά εφαρμόζονται ενιαία και με τα ίδια κριτήρια σε όλες τις ΜΕΘ, και δεν αφήνονται στη «διακριτική ευχέρεια» του εκάστοτε ιατρικού ή διοικητικού προσωπικού. Εννοείται ότι εφαρμόζονται και έλεγχοι / αξιολογήσεις για την εφαρμογή των πρωτοκόλλων.
Την ίδια ώρα, σημαντική παράμετρος στη διαχείριση των περιστατικών είναι οι «στρατηγικές» που ακολουθούνται για να αποτραπεί η εισαγωγή στη ΜΕΘ – όχι μόνο υπό το πρίσμα της «εξοικονόμησης» κλινών, αλλά κυρίως για την ίδια την πρόγνωση της νόσου.
Το περίφημο, πλέον, οξυγόνο υψηλής ροής φαίνεται πως αποτελεί ένα ισχυρό όπλο για την αντιμετώπιση της βαριάς νόσου. Οι ειδικοί γιατροί υπολογίζουν ότι η χρήση οξυγόνου υψηλής ροής μπορεί να αποτρέψει έως και 50% των εισαγωγών στις ΜΕΘ. Με άλλα λόγια, οι μισοί από τους ασθενείς που θα χρειάζονταν εντατική φροντίδα μπορούν να γλιτώσουν τη διασωλήνωση.
Η Ελλάδα έχει προμηθευτεί ως σήμερα 900 συσκευές υψηλής ροής οξυγόνου. Οι 300 από αυτές έχουν εγκατασταθεί στο Σισμανόγλειο και το Κοργιαλένειο, που υποδέχονται αποκλειστικά ασθενείς με κορονοϊό.
Για την επέκταση της χρήσης του οξυγόνου υψηλής ροής απαιτούνται τροποποιήσεις στα συστήματα παραγωγής οξυγόνου των νοσοκομείων. Οι τροποποιήσεις αυτές βρίσκονται σε εξέλιξη.
Άλλοι παράγοντες
Στον τελικό υπολογισμό των αναγκών ΜΕΘ, παίζουν ρόλο και διάφοροι άλλοι παράγοντες που φαινομενικά δεν έχουν άμεση σχέση με τη διαχείριση της πανδημίας.
Οι παράγοντες αυτοί σχετίζονται με τη λειτουργία των non covid κλινών ΜΕΘ. Έχουν να κάνουν με τα προγράμματα τακτικών χειρουργείων, με την περίθαλψη ασθενών τελικού σταδίου που νοσηλεύονται σε ΜΕΘ και με τη γενικότερη διαχείριση των κλινών ανά νοσοκομείο.
Καθοριστικός στην περίπτωση της Ελλάδας φαίνεται πως είναι και ο ανθρώπινος παράγοντας, το στελεχειακό δυναμικό των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας ανά την επικράτεια.
Είναι προφανές ότι ο προσδιορισμός των αναγκών σε κρεβάτια για τη διαχείριση μιας υγειονομικής κρίσης τέτοιου μεγέθους είναι ένας γρίφος για γερούς λύτες…
Και η τελική απάντηση πιθανώς να είναι διαφορετική από μέρα σε μέρα.