Το Πεκίνο ανακοίνωσε σήμερα αριθμό ρεκόρ νέων κρουσμάτων της COVID-19, μια εξέλιξη που ώθησε τις υγειονομικές αρχές να ζητήσουν το κλείσιμο σχολείων, εστιατορίων, πάρκων και άλλων χώρων, την ώρα που πολλοί εργαζόμενοι καλούνται να στραφούν στην τηλεργασία.
Η πρωτεύουσα της Κίνας, με 22 εκατομμύρια κατοίκους, κατέγραψε την Κυριακή 621 νέα εγχώρια κρούσματα και σήμερα 1.438, τον μεγαλύτερο αριθμό από την αρχή της πανδημίας.
Σε όλη τη χώρα ο αριθμός των κρουσμάτων –εγχώριων και εισαγόμενων— ξεπέρασε τις 28.000, με την επαρχία Γκουανγκντόνγκ και την πόλη Τσονγκίνγκ να είναι οι πλέον πληγείσες.
Τρεις ηλικιωμένοι κάτοικοι του Πεκίνου, με υποκείμενα νοσήματα, πέθαναν στη διάρκεια του Σαββατοκύριακου από COVID-19, οι πρώτοι θάνατοι που έχουν καταγραφεί από τον Μάιο.
Νέα δοκιμασία για το Πεκίνο
Οι αρχές της κινεζικής πρωτεύουσας προειδοποίησαν, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, ότι είναι αντιμέτωπες με τη μεγαλύτερη δοκιμασία από την αρχή της πανδημίας. Ωστόσο μέχρι στιγμής φαίνεται να επιθυμούν να αποφύγουν ένα αυστηρό lockdown, όπως αυτό που επιβλήθηκε την άνοιξη στη Σανγκάη, αν και τις τελευταίες ημέρες έχουν ενισχύσει τα υγειονομικά μέτρα.
Όσοι φτάνουν στο Πεκίνο από άλλες περιοχές της Κίνας πρέπει να υποβάλλονται επί τρεις ημέρες σε τεστ και μόνο αν έχουν αρνητικά αποτελέσματα μπορούν να φύγουν από τον χώρο που διαμένουν.
Σχεδόν 600 ζώνες της πρωτεύουσας, κυρίως κτίρια κατοικιών, θεωρούνται «υψηλού κινδύνου», κάτι που σημαίνει ότι οι κάτοικοί τους πρέπει να παραμένουν στα σπίτια τους ή να μεταφερθούν σε κέντρα καραντίνας.
Σχολεία έχουν στραφεί στην τηλεκπαίδευση, εστιατόρια, μουσεία, πάρκα, αθλητικοί και τουριστικοί χώροι έχουν κλείσει και οι εργαζόμενοι καλούνται να εργαστούν από το σπίτι, , σύμφωνα με δημοσίευμα του Guardian.
Στους δρόμους οι ουρές έξω από τα σημεία όπου διενεργούνται τεστ για την COVID-19 μεγαλώνουν, καθώς για την είσοδο στους περισσότερους δημόσιους χώρους απαιτείται πλέον η επίδειξη αρνητικού τεστ λιγότερων από 24 ωρών προκειμένου να επιτρέψουν την είσοδο.
Το προάστιο Τιανζίν, κοντά στο Πεκίνο, ζήτησε από το σύνολο των κατοίκων να υποβληθούν σε διαγνωστικό τεστ, ακολουθώντας το παράδειγμα των αρχών του Σιζιαζουάνγκ την Κυριακή.
Εξάλλου στην πόλη Ουχάν, όπου πρωτοεντοπίστηκε ο νέος κορωνοϊός στα τέλη του 2019, οι αρχές ζήτησαν από τους κατοίκους να μετακινούνται μόνο μεταξύ της δουλειάς και του σπιτιού τους.
Ο ασιατικός γίγαντας είναι η τελευταία μεγάλη παγκόσμια οικονομία που ακολουθεί αυστηρή πολιτική αντιμετώπισης της covid, η οποία έχει στόχο να αποφεύγονται οι μολύνσεις και κατά συνέπεια οι θάνατοι.
Στις 11 Νοεμβρίου οι αρχές της Κίνας ανακοίνωσαν μια χαλάρωση της λεγόμενης πολιτικής μηδενικής COVID-19, περιορίζοντας κυρίως τις καραντίνες, κυρίως για τους ταξιδιώτες που φτάνουν στη χώρα από το εξωτερικό.
Ωστόσο η στρατηγική αυτή, που ήταν αρχικά αποτελεσματική για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού, φαίνεται να μην αποδίδει μπροστά στην εμφάνιση νέων στελεχών του κορονοϊού, ενώ επιφέρει μεγάλο πλήγμα στην οικονομία της Κίνας, απομονώνοντάς την από τον υπόλοιπο κόσμο, και προκαλεί αγανάκτηση στους Κινέζους.
Πολλές πόλεις σταμάτησαν την προηγούμενη εβδομάδα τη διενέργεια τεστ σε μεγάλη κλίμακα, αλλά κάποιες από αυτές επανέφεραν το μέτρο, μια ένδειξη ότι δυσκολεύονται περισσότερο να αντιμετωπίσουν το παραλλαγμένο στέλεχος Όμικρον που είναι πιο μεταδοτικό.
Το Πεκίνο υπογραμμίζει ότι η πολιτική μηδενικής ανοχής έναντι της covid σώζει ζωές και είναι απαραίτητη προκειμένου να μην καταρρεύσει το σύστημα υγείας της χώρας.
Ειδικοί προειδοποιούν εξάλλου ότι το πλήρες άνοιγμα απαιτεί μια μαζική εκστρατεία ενισχυτικού εμβολιασμού των πολιτών και αλλαγή στο μήνυμα της κυβέρνησης, σε μια χώρα που οι πολίτες εξακολουθούν να φοβούνται πολύ την covid. Οι αρχές επεσήμαναν ότι σκοπεύουν να αυξήσουν τη χωρητικότητα των νοσοκομείων και των κλινικών, αλλά και να ξεκινήσουν μια εκστρατεία υπέρ του εμβολιασμού.
Διαβάστε επίσης
Οισοφάγος Barrett: Μια επιπλοκή της γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης
Εννέα τροφές για να καταπολεμήσετε το κρυολόγημα και τη γρίπη