Η λιπογλυπτική είναι η πιο εξελιγμένη μορφή λιποαναρρόφησης κερδίζοντας ολοένα και μεγαλύτερο έδαφος στο χώρο της Αισθητικής Χειρουργικής, καθώς αφαιρεί λίπος από τις περιοχές του σώματος στις οποίες υπάρχει περίσσεια και το προσθέτει σε σημεία όπου υπάρχει έλλειμμα.
Κάποτε για να σμιλευθεί το σώμα με τη χρήση του δικού του λίπους απαιτούνταν μια σειρά -επώδυνων συχνά- επεμβάσεων, που κόστιζαν σε χρόνο και χρήμα, ενώ σήμερα όλα αυτά μπορούν να γίνουν σε έναν χειρουργικό χρόνο.
Βλαστοκύτταρα
«Η επέμβαση διενεργείται με λέιζερ, ραδιοσυχνότητες και άλλα ειδικά μηχανήματα. Αρχικά αφαιρείται λίπος από τις περιοχές στις οποίες περισσεύει και υπόκειται σε ειδική επεξεργασία, μέσω της οποίας διατηρούνται τα “καλύτερα” στοιχεία του υλικού. Προϊόν της επεξεργασίας αυτής είναι το λίπος με τη μορφή βλαστοκυττάρων, τα οποία τοποθετούνται στα σημεία που χρειάζονται διόρθωση.
Η ειδική αυτή επεξεργασία αυξάνει τη διάρκεια του αποτελέσματος σε σχέση με την τοποθέτηση ανεπεξέργαστου λίπους», αναφέρει η Δρ. Αναστασία Σεφέρη–Δανιήλ, MD, PhD, πλαστική χειρουργός στο Νοσοκομείο ΥΓΕΙΑ, μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Πλαστικής Επανορθωτικής και Αισθητικής Χειρουργικής (HESPRAS).
Από τα “ψωμάκια” στις ρυτίδες
Το λίπος λαμβάνεται κυρίως από τις περιοχές στις οποίες είθισται να συσσωρεύεται, όπως είναι η κοιλιά και τα «ψωμάκια» κυρίως, αλλά και τα γόνατα τα μπράτσα και το πηγούνι και -κατόπιν της ειδικής επεξεργασίας- μπορεί να διορθώσει ρυτίδες, χείλη, γλουτούς, στήθος , έσω επιφάνεια μηρών και βραχιόνων.
«Με την τοποθέτηση των βλαστοκυττάρων στο πρόσωπο μπορούν να διορθωθούν ρυτίδες, να δοθεί όγκος στα ζυγωματικά, όπως επίσης να διορθωθεί το σχήμα και να προστεθεί όγκος στα χείλη. Στους γλουτούς και στο στήθος τα βλαστοκύτταρα μπορούν να προσφέρουν αύξηση του όγκου ή/και ανόρθωση, ανάλογα με τις ανάγκες και την επιθυμία του ασθενούς, ενώ στις γάμπες μπορούν να “καλύψουν” το έλλειμμα όγκου.
Επίσης, πολύ καλά αποτελέσματα έχει η μέθοδος στην έσω επιφάνεια των μηρών και των βραχιόνων, όπου αντί για χειρουργική επέμβαση (π.χ. βραχιονοπλαστική) βελτιώνεται η χαλάρωση στην περιοχή με την τοποθέτηση των βλαστοκυττάρων και επιτυγχάνεται καλύτερη σύσφιξη», εξηγεί η Δρ. Σεφέρη-Δανιήλ.
Στα περισσότερα περιστατικά η επέμβαση γίνεται με τοπική αναισθησία ή μέθη, εφαρμόζεται σε νοσοκομείο, διαρκεί έως και 2 ώρες –ανάλογα με το περιστατικό- και δεν απαιτείται νοσηλεία.
Το κόστος διαμορφώνεται ανάλογα με το νοσηλευτικό ίδρυμα και τα σημεία τα οποία θα «σμιλευτούν». Σε περίπτωση που απλώς αφαιρεθεί λίπος και μεταφερθούν τα βλαστοκύτταρα σε κάποιο σημείο, χωρίς να γίνει λιπογλυπτική στην αρχική περιοχή, η επέμβαση μπορεί να εφαρμοστεί και στο ιατρείο, σε πολύ λιγότερο χρόνο και με σημαντικά μικρότερο κόστος.
Ορισμένες αισθητικές επεμβάσεις έχουν δύσκολο μετεπεμβατικό στάδιο, κάτι που δεν ισχύει στην περίπτωση της λιπογλυπτικής, καθώς το στάδιο αυτό είναι ανώδυνο και οι «υποχρεώσεις» του ασθενούς ελάχιστες: «Ανάλογα με τις περιοχές στις οποίες έχουμε επέμβει, το άτομο μπορεί να χρειαστεί να φορέσει ειδική ζώνη, κορσέ, σορτσάκι, καλσόν ή κάλτσες, για 3-4 εικοσιτετράωρα. Επίσης, για το ίδιο χρονικό διάστημα δεν πρέπει να βραχούν οι περιοχές που έχουν “σμιλευτεί” , ενώ είναι απαραίτητο να αποφευχθεί η άσκηση για 10-15 ημέρες. Ωστόσο, δεν υπάρχει κανένας περιορισμός στις βασικές κινήσεις της καθημερινότητας», τονίζει η ειδικός .
Σύσφιξη υποδόριου ιστού
Τις περισσότερες φορές στο σημείο του σώματος από το οποίο αφαιρείται λίπος γίνεται συγχρόνως και σύσφιξη του υποδόριου ιστού. Εάν, όμως, το πρόβλημα είναι μεγάλο, θα πρέπει στον ίδιο χειρουργικό χρόνο ή σε μεταγενέστερο -ανάλογα με το περιστατικό- να αφαιρεθεί και τμήμα δέρματος, ούτως ώστε να αποφευχθεί η μεγάλη χαλάρωση (π.χ. στην περιοχή της κοιλιάς μετά από εγκυμοσύνη όπου υπάρχει ήδη χαλάρωση).
Όπως προαναφέρθηκε, σε περίπτωση που η ποσότητα του λίπους που πρέπει να αφαιρεθεί από ορισμένα σημεία του σώματος (π.χ. γλουτούς, μηρούς, γόνατα κ.ά) και να τοποθετηθεί σε κάποια άλλα δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλη, ολόκληρο το σώμα «σμιλεύεται» στον ίδιο χειρουργικό χρόνο και αυτό είναι το σύνηθες.
Ωστόσο, εάν οι λιποαποθήκες είναι πολύ μεγάλες, διαμορφώνεται το θεραπευτικό πλάνο ανάλογα με το περιστατικό, την κατάσταση της υγείας του ασθενούς και το επιθυμητό αισθητικό αποτέλεσμα. Έτσι, η διαδικασία μπορεί να ολοκληρωθεί σε δεύτερο ή τρίτο χρόνο, κάτι το οποίο όμως συμβαίνει σπάνια.