Στους 300 θα έχουν αυξηθεί έως το τέλος του 2021 οι υψηλής εξειδίκευσης εργαζόμενοι, που θα εργάζονται στο ψηφιακό κέντρο της αμερικανικής φαρμακοβιομηχανίας «Pfizer» στη Θεσσαλονίκη, καθώς στους επόμενους επτά μήνες αναμένεται να γίνουν άλλες 50 προσλήψεις, όπως έκανε γνωστό ο ανώτερος αντιπρόεδρος της Pfizer Digital, Τζεφ Χάμιλτον, κατά την ομιλία του στο υβριδικό συνέδριο «Thessaloniki Future Thinking Dialogues», σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Είμαστε πολλοί ευχαριστημένοι με το επίπεδο του ανθρώπινου ταλέντου, που καταφέραμε να προσελκύσουμε στο κέντρο σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, το οποίο ήδη συνεισφέρει ουσιαστικά στην εταιρεία και στη βελτίωση της ζωής των ασθενών και έχει ενταχθεί πλήρως στην παγκόσμια ομάδα μας. Το επίπεδο του ανθρώπινου ταλέντου που βρήκαμε εδώ είναι εξαιρετικό και το 70% όσων προσλάβαμε είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού» σημείωσε ο κ. Χάμιλτον, ο οποίος πρόσθεσε ότι ένας από τους λόγους που η Pfizer επέλεξε εξαρχής τη Θεσσαλονίκη για τη δημιουργία ενός από τα ψηφιακά της κέντρα παγκοσμίως, ήταν και το υψηλό επίπεδο του ανθρώπινου δυναμικού στην πόλη.
Ερωτηθείς πώς η επένδυση αυτή συνεισφέρει στην ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης, ο κ. Χάμιλτον ανέφερε τρεις διαφορετικούς τρόπους: «πρώτον, συνεισφέρει άμεσα, μέσω της δημιουργίας νέων ευκαιριών για εργασία. Ήδη έγιναν 250 προσλήψεις, θα γίνουν άλλες 50 ώς το τέλος του έτους κι ο αριθμός αυτός θα αυξάνεται καθώς προχωράμε. Δεύτερον, συνεισφέρει με τη δημιουργία ενός οικοσυστήματος, στο πλαίσιο του οποίου αναπτύσσονται συνέργειες με τοπικούς παίκτες, γεγονός που δημιουργεί ένα φαινόμενο spillover (διάχυσης) ευκαιριών για ανάπτυξη στο ευρύτερο οικοσύστημα. Και, τρίτον, η ίδια η επένδυση στην πόλη εκπέμπει διεθνώς ένα θετικό ‘σήμα’, ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα με δυνατό ανθρώπινο ταλέντο και ισχυρή προοπτική οικονομικής ανάπτυξης» είπε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Χάμιλτον επισήμανε ακόμα ότι σημαντικό μέρος της στρατηγικής για την πόλη της Θεσσαλονίκης αφορά και τη δημιουργία στρατηγικών σχέσεων με τα πανεπιστήμια, τις startups, τις τεχνολογικές επιχειρήσεις και τις εταιρείες παροχής φροντίδας υγείας, ώστε να προκύψουν ιδέες για την ανάπτυξη ακόμα πιο καινοτόμων πρωτοβουλιών στο μέλλον.