Η σημασία, που έχουν οι κλινικές μελέτες, για τους ασθενείς, δεν επιδέχονται αμφισβήτησης. Είναι η “οδός”, μέσα από την οποία οι ασθενείς έχουν τη μοναδική ευκαιρία να δοκιμάσουν καινοτόμες θεραπείες δωρεάν, απολαμβάνοντας ιατρική παρακολούθηση και φροντίδα.
Όμως, δυστυχώς, στην Ελλάδα γίνονται πλέον όλο και λιγότερες κλινικές μελέτες. Κι αυτό έχει επίπτωση και στους ασθενείς, αλλά και στην οικονομία. Διότι η χώρα χάνει πολλά έσοδα από δυνητικές επενδύσεις, τις οποίες θα προσέλκυε, συνιστώντας μοχλό ανάπτυξης και ενισχύοντας τόσο την απασχόληση, όσο και την επιχειρηματικότητα.
Σύμφωνα με στοιχεία από τον ΕΟΦ – που είναι ο αρμόδιος φορέας για την έγκριση των κλινικών μελετών στη χώρα μας – το 2022 ήταν μία από τις χειρότερες χρονιές σε αυτόν τον τομέα, καθώς εγκρίθηκαν οι λιγότερες κλινικές μελέτες της τελευταίας εξαετίας.
Κλινικές μελέτες με το σταγονόμετρο
Πιο συγκεκριμένα μέχρι στιγμής εγκρίθηκαν προς αξιολόγηση και έλαβαν άδεια διεξαγωγής μόλις 133 κλινικές μελέτες, όταν το 2021 είχαν εγκριθεί 191 και το 2020 175.
Συνολικά έχουν κατατεθεί περίπου 250 φάκελοι και η διαδικασία έγκρισης συνήθως ολοκληρώνεται το πρώτο τρίμηνο της επόμενης χρονιάς, άρα περίπου Μάρτιο του 2023 θα είναι ξεκάθαρη η εικόνα.
Όσο για τις θεραπευτικές κατηγορίες, στις οποίες δόθηκε “προτεραιότητα” σε αυτή τη φάση, αυτές αφορούν στον καρκίνο, σε πνευμονολογικά νοσήματα, που σημείωσαν αύξηση λόγω της COVID-19, αλλά και σε αυτοάνοσα, που “φουντώνουν” μέρα με την ημέρα…
Το φαινόμενο δεν είναι, βέβαια, αποκλειστικά ελληνικό. Ανάλογη είναι η κατάσταση και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Η Ασία είναι, πλέον, αυτή που πρωτοστατεί σε αυτόν τον τομέα.
Η πανδημία έπαιξε καταλυτικό ρόλο στο να γίνει η Ελλάδα ουραγός, μιας και το ενδιαφέρον εστιάστηκε εκεί αποκλειστικά για μεγάλο χρονικό διάστημα. Και παρόλο που οι φαρμακευτικές εταιρείες έδειξαν ενδιαφέρον για τη διεξαγωγή κλινικών μελετών, δεν υπήρξε ανταπόκριση, λόγω των πρωτόγνωρων υγειονομικών συνθηκών και το καθεστώς αβεβαιότητας.
Καινοτόμα φάρμακα – ελπίδα για τους ασθενείς
Σε όλη την Ευρώπη επενδύονται περίπου 39 δισ. ευρώ (σύμφωνα με στοιχεία της EFPIA για το 2020) από τις φαρμακευτικές εταιρείες σε Έρευνα και Ανάπτυξη (R&D). Από τα χρήματα αυτά, στην Ελλάδα καταλήγουν μόλις τα 80 εκατ. ευρώ.
Το γεγονός ότι στη χώρα μας γίνονται όλο και λιγότερες κλινικές μελέτες, σημαίνει ότι, για πάρα πολλούς ασθενείς, καινοτόμα φάρμακα, που βρίσκονται στο στάδιο κλινικών δοκιμών στο εξωτερικό, παραμένουν μη διαθέσιμα.
Αυτό συνιστά μείζον πρόβλημα, ειδικά σε παθήσεις σπάνιες ή και πιο “δύσκολες” – αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτόν τον όρο.
Για τους ασθενείς οι κλινικές μελέτες είναι το μέσο για γρήγορη πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες με δωρεάν και πλήρη ασφαλιστική κάλυψη, εξασφαλίζοντας χωρίς κόστος την φαρμακευτική τους αγωγή, καθώς και εργαστηριακές και διαγνωστικές εξετάσεις.
Είναι αυτονόητο, δε, ότι η έγκαιρη πρόσβαση στις καινοτόμες θεραπείες ισοδυναμεί με καλύτερη ποιότητα ζωής και με αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης.
Διαβάστε επίσης
Πού θα κάνετε σήμερα, Δευτέρα, δωρεάν rapid test από τον ΕΟΔΥ
ΠΟΥ: Σημαίνει τον κώδωνα του κινδύνου για τεράστιο κύμα οστρακιάς στην Ευρώπη