Οι γυναίκες θα πρέπει να ξεκινούν να κάνουν μαστογραφία από την ηλικία των 40 ετών κι όχι πλέον των 50 και να την επαναλαμβάνουν κάθε 2 χρόνια, επειδή έχουν αυξηθεί τα περιστατικά καρκίνου του μαστού σε πιο νέες γυναίκες. Αυτό ανακοίνωσε ένας ανεξάρτητος αμερικανικός οργανισμός που εκδίδει συστάσεις για τη δημόσια υγεία
Έως σήμερα, μεταξύ των 40 και 50 ετών, οι γυναίκες καλούνταν να αποφασίσουν ατομικά, βάσει του ιστορικού τους και των προτιμήσεών τους για τη δυνατότητα να υποβληθούν σε μαστογραφία, για την πρώιμη ανίχνευση του καρκίνου του μαστού.
Αυτές οι νέες συστάσεις είχαν αρχικά προταθεί πέρυσι και είχαν τεθεί για ένα διάστημα υπό δημόσια διαβούλευση. Σήμερα είναι οριστικές.
Εκδόθηκαν από το U.S. Preventive Services Task Force (USPSTF), οι γνωμοδοτήσεις του οποίου λαμβάνονται σοβαρά υπόψη.
Οι προηγούμενες συστάσεις χρονολογούνται από το 2016. Η αλλαγή δικαιολογείται από την αύξηση των περιστατικών καρκίνων σε νεαρότερες ηλικίες.
Μαστογραφία από την ηλικία των 40 ετών
«Περισσότερες γυναίκες στα 40 τους διαγιγνώσκονται με καρκίνο του μαστού, με ένα ποσοστό αύξησης 2% κάθε χρόνο», υπογράμμισε σε ένα δελτίο τύπου η πρόεδρος της Task Force, Γουάντα Νίκολσον.
Σύμφωνα με αυτό το πάνελ των ειδικών, το να μειωθεί η ηλικία στα 40 έτη θα μπορούσε να επιτρέψει να σωθούν 20% επιπλέον ζωές.
Και η νέα προσέγγιση «έχει ένα ακόμα μεγαλύτερο ενδεχόμενο όφελος για τις μαύρες γυναίκες», σημείωσε η Νίκολσον.
Οι μαύρες γυναίκες εμφανίζουν 40% μεγαλύτερο κίνδυνο να πεθάνουν από καρκίνο του μαστού σε σχέση με τις λευκές γυναίκες, επισημαίνει το USPSTF, εκτιμώντας εντούτοις ότι το να ξεκινήσουν οι μαστογραφίες στα 40 έτη θα είναι «ένα σημαντικό πρώτο βήμα, όχι όμως επαρκές» για να μειωθεί αυτή η διαφορά.
Αυτές οι συστάσεις αφορούν τις γυναίκες έως 74 ετών. Πέραν αυτής της ηλικίας, λίγες έρευνες υπάρχουν σχετικά με τα οφέλη και τους κινδύνους του προσυμπτωματικού ελέγχου και των θεραπειών.
Το επιστημονικό πάνελ εξηγεί επιπλέον την επιλογή του να συστήσει έναν έλεγχο κάθε δύο χρόνια κι όχι σε ετήσια βάση.
«Αν και ένας ετήσιος έλεγχος μπορεί να ανιχνεύσει ορισμένους καρκίνους νωρίτερα, το να γνωρίζουμε εάν αυτό θα βελτίωνε την υγεία των γυναικών ή θα αύξανε τον αριθμό των επιβλαβών επιδράσεων δεν είναι σαφές», σημείωσε. Αυτές οι επιδράσεις ενδέχεται να είναι η λανθασμένη διάγνωση ενός καρκίνου ή το να λάβει κανείς μια θεραπεία που στην πραγματικότητα δεν χρειάζεται.
Ο καρκίνος του μαστού είναι ο δεύτερος πιο θανατηφόρος καρκίνος για τις γυναίκες στις ΗΠΑ.
Διαβάστε επίσης
Φαρμακευτική δαπάνη: Στα… καρφιά οι φαρμακευτικές – Οι προσπάθειες για τον περιορισμό της
Με προσωπικό ασφαλείας το ΕΣΥ λόγω της απεργίας της εργατικής Πρωτομαγιάς