Επιστημονική μελέτη με “βαριές” ελληνικές υπογραφές, που δημοσιεύθηκε στο έγκριτο περιοδικό Lancet, και αφορά στην υγεία στην Ελλάδα, δείχνει ότι παρά τις όποιες μεταρρυθμίσεις και προσπάθειες, βασικά προβλήματα παραμένουν.
Κοινωνικές ανισότητες, πολυνοσηρότητα, μικροβιακή αντοχή, κάπνισμα, τεράστιες δαπάνες για την υγεία επιφορτίζουν την καθημερινότητα των πολιτών. Διαρθρωτικά προβλήματα, δε, παραμένουν εδώ και δεκαετίες.
Τη μελέτη υπογράφουν οι καθηγητές Ηλίας Μόσιαλος, Ηλίας Κυριόπουλος, Κώστας Αθανασάκης, Στεργιανή Τσόλη και Ειρήνη Παπανικόλα.
Lancet – Υγεία στην Ελλάδα
Όπως επισημαίνεται, τα συστήματα υγείας υφίστανται αυξανόμενη πίεση από τη γήρανση του πληθυσμού, τις χρόνιες ασθένειες και τους οικονομικούς περιορισμούς, σε συνδυασμό με προκλήσεις όπως η COVID-19 και η κλιματική αλλαγή.
Στην Ελλάδα αυτές οι πιέσεις έχουν δείξει δομικές αδυναμίες, δοκιμάζοντας την ανθεκτικότητα του συστήματος υγείας.
“Παρά τις διαδοχικές μεταρρυθμίσεις που στοχεύουν στη χρηματοδότηση, στην παροχή φροντίδας και στη δημόσια υγεία, ο κακός σχεδιασμός και η περιορισμένη παρακολούθηση έχουν υπονομεύσει την πρόοδο.
Οι περισσότερες πολιτικές απαντήσεις παρέμειναν αποσπασματικές και δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τις τρέχουσες προκλήσεις στον τομέα της δημόσιας υγείας ή την προετοιμασία για μελλοντικές κρίσεις”, όπως εξηγούν οι συγγραφείς της μελέτης.
Προκλήσεις που επιμένουν
Σύμφωνα με τα στοιχεία των τελευταίων 15 ετών:
- Η Ελλάδα καταγράφει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά μικροβιακής αντοχής στην Ευρώπη, ενώ παράλληλα αντιμετωπίζει σημαντικές κλιματικές προκλήσεις και μεταναστευτικές πιέσεις.
- Μέχρι το 2050, πάνω από το 33% των Ελλήνων θα είναι άνω των 65 ετών. Ένας πληθυσμός ο οποίος θα παρουσιάζει πολυνοσηρότητα πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ.
- Η χώρα μας διαθέτει το 2ο υψηλότερο ποσοστό καπνίσματος στην ΕΕ. Παράλληλα σημειώνει αύξηση της παχυσαρκίας.
- Στην Ελλάδα, οι δαπάνες για την υγεία αποτελούν το 8,6% του ΑΕΠ, ποσοστό που υπολείπεται του μέσου όρο του ΟΟΣΑ. Την ίδια στιγμή, με βάση και τα τελευταία στοιχεία, οι Έλληνες καλούμαστε να καταβάλουμε από την τσέπη μας ποσά που αντιστοιχούν στο 34% των συνολικών δαπανών για την υγεία, όταν στην ΕΕ ο μέσος όρος είναι 15%.
- Σχεδόν 1 στα 10 νοικοκυριά αντιμετωπίζει τεράστιες δαπάνες για την υγεία, βάζοντας στην άκρη άλλες προτεραιότητες.
Οι συστάσεις
Σύμφωνα με τους καθηγητές, που έκαναν τη μελέτη, η οικοδόμηση της βιωσιμότητας και της ανθεκτικότητας του συστήματος υγείας απαιτεί κάτι περισσότερο από την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων.
“Η μεταρρυθμιστική διαδικασία απαιτεί χάραξη πολιτικής βάσει τεκμηριωμένων στοιχείων, διαρκή πολιτική δέσμευση, ισχυρή θεσμική ικανότητα και αποτελεσματικό πολυτομεακό συντονισμό.
Η Ελλάδα προσφέρει πολύτιμα διδάγματα για χώρες, που αντιμετωπίζουν παρόμοιες πιέσεις: η ανθεκτικότητα δεν εξαρτάται μόνο από τις πολιτικές, αλλά και από τους θεσμούς, τους πόρους και τους μηχανισμούς λογοδοσίας που μετατρέπουν τις πολιτικές σε διαρκή δράση”, όπως εξηγούν.
Η επιστημονική ομάδα αναγνωρίζει ότι έχουν γίνει πολλές μεταρρυθμίσεις, αλλά επισημαίνουν ότι η δημόσια υγεία έχει ιστορικά καταλάβει δευτερεύουσα θέση στην πολιτική ατζέντα της Ελλάδας.
“Αν και τις τελευταίες δεκαετίες έχουν υλοποιηθεί αρκετά φιλόδοξα προγράμματα, η απουσία συστηματικής αξιολόγησης έχει ως αποτέλεσμα να παραμένει ασαφής ο αντίκτυπός τους, περιορίζοντας τις ευκαιρίες για ανατροφοδότηση σχετικά με την απόδοση και τις απαραίτητες προσαρμογές. Το ζήτημα αυτό επηρεάζει κρίσιμους τομείς, όπως η διαχείριση των παραγόντων κινδύνου, ο πληθυσμιακός προληπτικός έλεγχος, η αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης και η ανθεκτικότητα στα αντιμικροβιακά φάρμακα.
Οι μελλοντικές πρωτοβουλίες στον τομέα της δημόσιας υγείας θα πρέπει να περιλαμβάνουν αυστηρή αξιολόγηση, υποστηριζόμενη από ολοκληρωμένη συλλογή δεδομένων και ισχυρό μεθοδολογικό πλαίσιο”, καταλήγουν οι ερευνητές.
Δείτε επίσης
Συνάντηση του προέδρου της ΕΛΙΤΟΥΡ με στελέχη της Krsnaa Diagnostics