Μύθος η αντιγήρανση; Τόση προσπάθεια, τόσος αγώνας, τόσα χρήματα για να μπει ένα “φρένο” στη γήρανση, αλλά τίποτα δεν τη σταματά;
Αν πιστέψουμε τη νέα επιστημονική μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο έγκριτο περιοδικό Nature Communications έτσι έχουν τα πράγματα, δυστυχώς.
Οπότε όλα τα “όπλα” της επιστήμης “πάνε στον βρόντο”; Πάμε να δούμε τι, ακριβώς, ανακάλυψαν επιστήμονες από 14 χώρες, σε μια μελέτη που αναμένεται να προκαλέσει συζητήσεις.
Λένε, λοιπόν, ότι η αθανασία, η αντιγήρανση και κατ’ επέκταση η αιώνια νεότητα είναι μύθοι στην ουσία και ότι τα νέα ευρήματα μάλλον θα βάλουν τέλος στις κουβέντες περί νίκης ενάντια στον χρόνο, καθώς πιθανά δεν μπορούμε να επιβραδύνουμε τον ρυθμό, με τον οποίο γερνάμε, λόγω βιολογικών περιορισμών.
Η μελέτη εξέτασε την υπόθεση ότι δεν ποικίλλει ο ρυθμός γήρανσης, αλλά ότι η γήρανση έχει τον δικό της, σταθερό ρυθμό, που τίποτα δεν τον σταματά. Και το ότι αυτό σχετίζεται με αλλαγές στην εμφάνιση – που, στο κάτω – κάτω επιδέχονται διόρθωσης – είναι το λιγότερο κακό. Το ζήτημα είναι τι συμβαίνει με τις βαθύτερες και πιο σοβαρές αλλαγές στον ανθρώπινο οργανισμό, που συνδέονται με πολλά σοβαρά νοσήματα.
Καταρρίπτουν την αιώνια νεότητα
“Τα στατιστικά στοιχεία επιβεβαιώθηκαν. Οι άνθρωποι ζουν περισσότερο, καθώς η υγεία και οι συνθήκες διαβίωσης βελτιώνονται, γεγονός που οδηγεί σε αύξηση της μακροζωίας. Ωστόσο, μια απότομη αύξηση στα ποσοστά θανάτου, όσο πλησιάζουν τα γεράματα, είναι εμφανής σε όλα τα είδη”, επεσήμανε ο José Manuel Aburto από το Κέντρο Δημογραφικών Επιστημών Leverhulme της Οξφόρδης, ο οποίος ανέλυσε τα νέα δεδομένα.
Όπως αποκαλύφθηκε, τα δεδομένα αυτά έχουν το ίδιο γενικό πρότυπο θνησιμότητας: ένας υψηλός κίνδυνος θανάτου κατά την παιδική ηλικία, ο οποίος μειώνεται γρήγορα στα παιδικά και στα εφηβικά χρόνια, παραμένει χαμηλός έως την αρχή της ενηλικίωσης και στη συνέχεια αυξάνεται με την ηλικία.
“Όλο και περισσότεροι άνθρωποι ζουν πολύ περισσότερο τώρα. Ωστόσο η πορεία προς τον θάνατο στα γηρατειά δεν έχει αλλάξει. Αυτή η μελέτη δείχνει ότι η εξελικτική βιολογία ξεπερνά τα πάντα και ότι, μέχρι στιγμής, οι ιατρικές εξελίξεις δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν αυτούς τους βιολογικούς περιορισμούς“, εξήγησαν οι ερευνητές.