Ενώ εκφράζεται ανησυχία ότι ένα καινούργιο στέλεχος της γρίπης θα βρει τον πληθυσμό αρκετά ευάλωτο, σε οριακή πληρότητα είναι οι κλίνες COVID στο Νοσοκομείο «Σωτηρία», οι οποίες έχουν μειωθεί περίπου στο μισό, ενώ οι ΜΕΘ έχουν διαθεσιμότητα, δηλώνει η αναπληρώτρια καθηγήτρια Παθολογίας Λοιμώξεων Γαρυφαλλιά Πουλάκου. Ας δούμε λοιπόν γιατί φέτος φοβίζει η γρίπη, αλλά και ποιοι απειλούνται από τον RSV.
Μάλιστα η καθηγήτρια χαρακτηρίζει ως ευχάριστο μήνυμα, το γεγονός ότι στις ΜΕΘ υπάρχουν κλίνες, γιατί όπως λέει πλέον διασωληνώνονται πολύ λίγοι άνθρωποι και οι γιατροί δεν χάνουν ασθενείς από σοβαρές επιπλοκές. Κάτι που όπως τονίζει, οφείλεται στην προστασία του εμβολίου από τη σοβαρή νόσηση, αλλά και στα πάρα πολλά θεραπευτικά εργαλεία που έχουν στη φαρέτρα τους οι επιστήμονες, για να προλαβαίνουν τη βαριά νόσηση. «Πάντα ακολουθούμε τη ροή της πανδημίας και κάποιες από τις κλινικές του νοσοκομείου αποδίδονται στην κανονική χρήση, που είναι η υποστήριξη χρόνιων αναπνευστικών ασθενών. Η δική μας λοιμωξιολογική κλινική παραμένει πάντα ανοιχτή, οι πνευμονολογικές έχουν μειωθεί σε αριθμό ως χαρακτηρισμένες σαν COVID».
Το προφίλ των ατόμων που νοσηλεύονται τώρα με COVID-19
Ποιο είναι όμως το προφίλ των ατόμων που νοσηλεύονται με COVID-19 αυτή τη στιγμή στα νοσοκομεία; «Είναι κατεξοχήν άτομα μεγάλων ηλικιών, άνθρωποι με πολλαπλά προβλήματα υγείας, συνήθως ανοσοκατασταλμένοι, άνθρωποι με ενεργό καρκίνο και με ενεργές αιματολογικές κακοήθειες που λαμβάνουν θεραπείες, για τους οποίους γνωρίζαμε από νωρίς ότι δεν ανταποκρίνονται ικανοποιητικά στον εμβολιασμό.
Γι’ αυτό άλλωστε έχει δοθεί η οδηγία για μία παραπάνω δόση. Ωστόσο λόγω της μη ικανοποιητικής ανοσολογικής απάντησης, οι άνθρωποι αυτοί παιδεύονται με επαναλοιμώξεις, δεν εκριζώνεται ο ιός και οδηγούνται σε συχνές νοσηλείες. Εδώ λοιπόν υπάρχει ένα θεραπευτικό αδιέξοδο, γιατί συχνά αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα, αλλά μετά από κάποιες εβδομάδες υποτροπιάζει.
Κι αυτός είναι ο λόγος που αυτή τη στιγμή η έρευνα έχει εστιάσει σε νέες θεραπείες για αυτό το είδος των ασθενών, οι οποίες κινούνται προς την κατεύθυνση των μονοκλωνικών αντισωμάτων». Καθησυχαστική εμφανίζεται η καθηγήτρια για το αν τα νέα στελέχη προβληματίζουν σε σχέση με τη βαρύτητα της νόσησης ή την απόκριση στα εμβόλια: «Από ό,τι φαίνεται δεν κάνουν κάποιο διαφορετικό κλινικό σύνδρομο από αυτό που ήδη έχουμε. Αυξάνονται όμως προοδευτικά.
Αυτή την ώρα στην Αμερική είναι περίπου το 30% των νοσήσεων από COVID-19, στην Ελλάδα τα καινούργια στελέχη είναι περίπου το 5%. Όμως ξέρουμε ότι μέσα στις επόμενες εβδομάδες αυτό το ποσοστό θα αυξηθεί, κυρίως για τη BQ1 και BQ1.1 που είναι υποπαραλλαγές της Όμικρον 5. Όσον αφορά τα εμβόλια φαίνεται ότι έχουν πολύ καλή αποτελεσματικότητα στις παραλλαγές που κυκλοφορούν και επίσης έχουν και ως αναμνηστική δόση και για το βασικό στέλεχος. Για την ώρα δεν υπάρχει κάποια ανησυχία ότι τα εμβόλια που έχουμε στα χέρια μας, θα είναι μη αποτελεσματικά».
Κανείς δεν πρέπει να αμελήσει φέτος τον αντιγριπικό εμβολιασμό
Αντίθετα, για τη γρίπη, η κ. Πουλάκου εκφράζει ανησυχία ότι ένα καινούργιο στέλεχος θα βρει τον πληθυσμό αρκετά ευάλωτο και θα προκαλέσει ένα σημαντικό φορτίο, καθώς ο κόσμος τα περασμένα δύο έτη δεν ήρθε σε επαφή με τον ιό, λόγω και των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης για την Covid-19. Για αυτό κανείς δεν πρέπει να αμελήσει φέτος, τόσο τον αντιγριπικό εμβολιασμό, όσο και τις αναμνηστικές δόσεις για τον Sars-Cov-2, τονίζει η καθηγήτρια για να επισημάνει στη συνέχεια ότι «με την ίδια λογική φοβόμαστε λιγάκι και τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό (RSV),ο οποίος ήταν ο πρώτος ιός που ξεπήδησε μόλις λύθηκαν τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης με μικρές επιδημίες σε άλλες χώρες της Ευρώπης (ξεκίνησε από το Βέλγιο) σε μικρά παιδάκια και σε ευπαθείς πληθυσμούς, υπερήλικες και άτομα με ανοσολογικά προβλήματα.
Η προφύλαξη για τον συγκεκριμένο ιό είναι η μάσκα. Για την ώρα δεν έχουμε ειδικές θεραπείες, αν και βρίσκονται σε ανάπτυξη διάφορα φάρμακα. Έχουν προχωρήσει πάρα πολύ οι κλινικές δοκιμές για εμβόλια και μονοκλωνικά αντισώματα». Για τις επιπλοκές του RSV, η κ. Πουλάκου λέει ότι «στα μικρά παιδιά προκαλεί βρογχιολίτιδα, και στους ανοσοκατασταλμένους κάνει σοβαρή πνευμονία, που μπορεί να εξελιχθεί σε βαριά αναπνευστική ανεπάρκεια και να χρειαστεί ο ασθενής διασωλήνωση. Είναι ένας ιός, ο οποίος μπορεί να καταστεί απειλητικός για τη ζωή, ειδικά για άτομα με ανοσολογική ανεπάρκεια. Ωστόσο κινδυνεύουν και άτομα με χρόνιες αναπνευστικές πνευμονονοπάθειες, διαβητικοί και καρδιοπαθείς, σε μικρότερο όμως βαθμό».
Πηγή: ΑΠΕ ΜΠΕ