Πολλοί αναρωτιούνται “γιατί πρέπει να εμβολιαστώ και πάλι έναντι της COVID-19“, αφού ο κορωνοϊός δεν είναι πια τόσο επιθετικός και οι περισσότεροι έχουν πλέον ανοσία, μέσω παλαιότερου εμβολιασμού ή λοίμωξης από τον ιό.
Σύμφωνα με στοιχεία του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου η προσέλευση των πολιτών προσέλευση των πολιτών για εμβολιασμό έναντι της COVID-19 με το νέο επικαιροποιημένο εμβόλιο, είναι μειωμένη, καθώς διενεργούνται περίπου 13.000 εμβολιασμοί ημερησίως, αριθμός αρκετά χαμηλός, ενόψει και του χειμώνα που αναμένεται αύξηση των κρουσμάτων.
Τι πρέπει να γίνει; Όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Θεοδώρα Ψαλτοπούλου καθηγήτρια επιδημιολογίας και προληπτικής ιατρικής ΕΚΠΑ, κρίνεται αναγκαία η ενημέρωση των πολιτών σχετικά με τη σημαντικότητα του εμβολιασμού. Παραθέτει μάλιστα δεδομένα από το ECDC, όπου σύμφωνα με ειδικές αναλύσεις, μία επιτυχημένη εκστρατεία στόχευσης των πολιτών άνω των 60 ετών, για αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης έναντι της νόσησης αυτής, θα μπορούσε να προλάβει το 21 με 32% όλων των νοσοκομειακών εισαγωγών σχετιζόμενων με την COVID-19 στις ευρωπαϊκές χώρες μέχρι τον Φεβρουάριο του 2024.
Γιατί να εμβολιαστώ και πάλι έναντι της COVID-19
Σύμφωνα με δεκάδες συστηματικές αναλύσεις και μετα-αναλύσεις, και σύμφωνα και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο εμβολιασμός έναντι της COVID-19 έσωσε δεκάδες εκατομμύρια ζωές σε όλον τον κόσμο και χιλιάδες ζωές στην Ελλάδα. H Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών και το υπουργείο Υγείας, όπως και αντίστοιχοι ευρωπαϊκοί φορείς (ECDC- European Centre for Disease Control and Prevention) συστήνουν τον εμβολιασμό έναντι της Covid-19 με το επικαιροποιημένο εμβόλιο, σε προαιρετική βάση, αλλά με ισχυρή σύσταση ως προς τις κάτωθι κατηγορίες:
– Άτομα ηλικίας 60 ετών και άνω
– Άτομα ηλικίας 6 μηνών έως 59 ετών, με συννοσηρότητες που αυξάνουν τον κίνδυνο σοβαρής νόσου
– Ανοσοκατασταλμένα άτομα
– Εγκυμονούσες
– Επαγγελματίες υγείας.
Πιο ειδικά, γιατί γίνονται αυτές οι συστάσεις; Έχει βρεθεί ότι:
1. Τα άτομα ηλικίας άνω των 60 ετών έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο νοσηλείας, διασωλήνωσης και θανάτου άμεσα μετά τη νόσηση από COVID-19, συγκριτικά με τους νοσούντες κάτω των 60 ετών, λόγω ανοσογήρανσης. Επομένως, σταδιακά με την αύξηση της ηλικίας και τη μετάβαση προς την έβδομη και όγδοη δεκαετία, οι ηλικιωμένοι είναι ευπαθείς στις λοιμώξεις, και ταυτόχρονα παρουσιάζουν και ασθενέστερη απόκριση στα εμβόλια, και χρειάζονται περισσότερες επαναληπτικές δόσεις.
2. Για τα άτομα ηλικίας άνω των 60 ετών που έχουν νοσήσει από COVID-19, μελέτες δείχνουν ότι έχουν αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών και θανάτου, ακόμη και ένα έτος μετά τη λοίμωξη, κυρίως από καρδιαγγειακά νοσήματα και νοσήματα του αναπνευστικού.
3. Η σύσταση για εμβολιασμό σε μικρότερες ηλικίες με συννοσηρότητες ή ανοσοκαταστολή γίνεται, διότι συστηματικές αναλύσεις και μετα-αναλύσεις που έχουν δημοσιευθεί παγκοσμίως δείχνουν μεγαλύτερη πιθανότητα θανάτου σε άτομα που θα κολλήσουν COVID-19 και ταυτόχρονα πάσχουν από χρόνιο αναπνευστικό νόσημα, καρδιαγγειακά νοσήματα ή από σακχαρώδη διαβήτη. Η παχυσαρκία και η υπερβαρότητα που χαρακτηρίζει μεγάλο ποσοστό του ενήλικου πληθυσμού στην Ελλάδα αποτελεί επίσης επιβαρυντικό προδιαθεσικό παράγοντα για σοβαρή νόσηση. Ο καρκίνος των συμπαγών οργάνων, οι αιματολογικοί καρκίνοι και άλλες καταστάσεις ανοσοκαταστολής αυξάνουν κατά πολύ την πιθανότητα θανάτου από COVID-19, συγκριτικά με τους υγιείς αντίστοιχου φύλου και ηλικίας.
4. Όσον αφορά στις εγκυμονούσες, ειδικά κατά την πρώτη περίοδο της πανδημίας COVID-19 που μεγάλο μέρος του πληθυσμού δεν είχε προλάβει να ανοσοποιηθεί, είχαν αυξημένη πιθανότητα θανάτου συγκριτικά με τον υπόλοιπο πληθυσμό.
5. Η σύσταση για τους επαγγελματίες υγείας υπάρχει επειδή καθημερινά βρίσκονται σε επαφή με δεκάδες άτομα που ασθενούν, με μεγαλύτερη πιθανότητα επομένως μετάδοσης εκατέρωθεν, και κυρίως σε ευάλωτες κατηγορίες για σοβαρή νόσηση.
6. Έχει βρεθεί ότι ο εμβολιασμός μειώνει την πιθανότητα για εμφάνιση long-COVID συμπτωματολογίας, δηλαδή συμπτωμάτων, σημείων και επιπλοκών που εμμένουν ή εμφανίζονται 4 εβδομάδες μετά τη νόσηση με κορονοϊό, από διάφορα όργανα και συστήματα του οργανισμού.
7. Επιπρόσθετα, ο εμβολιασμός δεν προστατεύει μόνο ως προς τη βαρύτητα της νόσου, αλλά και μειώνει τον αριθμό των ημερών που κάποιος νοσεί. Γι αυτό, παρά τις ανωτέρω ομάδες για τις οποίες συστήνεται ο εμβολιασμός, μπορεί οποιοσδήποτε πολίτης το επιθυμεί, να εμβολιαστεί.
8. Ο κατ’ οίκον εμβολιασμός που ήδη προσφέρεται στην Ελλάδα διευκολύνει την ενεργητική ανοσοποίηση, αφού υπερκεράζονται εμπόδια, όπως η μετακίνηση του γηραιότερου πληθυσμού ή ατόμων με κινητικά προβλήματα.
9. Η δυνατότητα ταυτόχρονης συγχορήγησης με το αντιγριπικό εμβόλιο (από άλλη ανατομική περιοχή) που ήδη παρέχεται στη χώρα μας, συμβάλλει αποτελεσματικά στον προγραμματισμό των ομάδων αυτών που μπορούν πλέον με μία μετάβαση στο εμβολιαστικό κέντρο να ολοκληρώσουν τον εμβολιασμό τους ως προς τις δύο αυτές αναπνευστικές νόσους που αναμένεται να κυριαρχήσουν και τον χειμώνα του 2024.
10. Τέλος, αξίζει να υπογραμμιστεί ότι αυτό το μονοδύναμο εμβόλιο αναπτύχθηκε ως προς την υποπαραλλαγή XBB.1.5 («Κράκεν») της COVID-19. Η υποπαραλλαγή αυτή παραμένει από τις κυρίαρχες υποπαραλλαγές στη χώρα μας, όπως και σε όλη την Ευρώπη, και το εμβόλιο αυτό παρέχει διασταυρούμενη ανοσία ως προς όλες τις υποπαραλλαγές με τα μεγαλύτερα ποσοστά κυκλοφορίας. Αν και πλέον έχουμε φτάσει να κατέχουμε τη γνώση και τα μέσα για αποτελεσματικότερη αντιική θεραπεία για τη νόσο του COVID-19, δέον να σημειωθεί ότι η θεραπεία σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τα οφέλη της πρόληψης, δηλαδή του εμβολιασμού.
Διαβάστε επίσης
Απαγόρευση παράλληλων εξαγωγών: Πυκνώνουν τα σύννεφα πάνω από την ΕΕ