Healthstories.gr – υγεία, διατροφή, ομορφιά, φυσική κατάσταση, κορονοϊός, ειδήσεις, αρθραγραφία, συμβουλές, νέα,

Long COVID: Ένας στους τέσσερις εμφανίζει αυτοάνοσο νόσημα

Long COVID Ένας στους τέσσερις εμφανίζει αυτοάνοσο νόσημα.jpg

Τρεις στους τέσσερις ανθρώπους (το 75%) που αρρώστησαν από COVID-19, έχουν αναρρώσει τελείως μετά από 12 μήνες, άσχετα με τη σοβαρότητα της νόσησης τους. Όμως το υπόλοιπο 25% – ο ένας στους τέσσερις – έχει ακόμη τουλάχιστον ένα σύμπτωμα όπως βήχα, κόπωση και δύσπνοια. Οι άνθρωποι αυτοί με επίμονα συμπτώματα έχουν στο σώμα τους αντισώματα που σχετίζονται με τα αυτοάνοσα νοσήματα, δείχνει μια νέα καναδική επιστημονική μελέτη.

Ευρήματα μελέτης

Η έρευνα βρήκε ότι τα δείγματα αίματος από ασθενείς με μακρά COVID-19, που πάσχουν ακόμη από κόπωση και δύσπνοια ένα έτος μετά την αρχική λοίμωξη, εμφανίζουν εμφανή ίχνη αυτοάνοσης νόσου. Η ανακάλυψη αυτή μπορεί να οδηγήσει σε βελτιωμένη διάγνωση και θεραπεία της μακρόχρονης COVID-19 που είναι σχετικά συχνή.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής την επίκουρη καθηγήτρια Μανάλι Μούκερτζι του Πανεπιστημίου ΜακΜάστερ του Οντάριο και τον καθηγητή Κρις Κάρλστεν του Πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας στο Βανκούβερ, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ευρωπαϊκό πνευμονολογικό περιοδικό “European Respiratory Journal”, μελέτησαν 106 ανθρώπους που είχαν περάσει Covid-19 τη διετία 2020-21 και είχαν νοσηλευθεί γι’ αυτό τον λόγο, καθώς επίσης για λόφους σύγκρισης 22 υγιή άτομα και άλλα 34 που είχαν αρρωστήσει με άλλη αναπνευστική λοίμωξη (όχι από κορονοϊό).

Long COVID: Ένας στους τέσσερις εμφανίζει αυτοάνοσο νόσημα

Οι αυτοάνοσες παθήσεις συμβαίνουν, όταν το ανοσοποιητικό σύστημα εσφαλμένα επιτίθεται στα υγιή μέρη του σώματος, προκαλώντας ασθένειες όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα και ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος. Στις αυτοάνοσες διαταραχές το σώμα παράγει αυτο-αντισώματα που δεν στοχεύουν σε επιβλαβείς ιούς και βακτήρια, αλλά σε υγιή κύτταρα και ιστούς.

Οι επιστήμονες ανέλυσαν δείγματα αίματος και διαπίστωσαν ότι σχεδόν το 80% των ασθενών με μακρά Covid-19 (κανένας δεν είχε διαγνωσθεί με αυτοάνοση πάθηση πριν την πανδημία) είχαν δύο ή περισσότερα τέτοια αυτο-αντισώματα μετά από τρεις έως έξι μήνες από την αρχική λοίμωξη, με το ποσοστό αυτό να έχει πέσει στο 41% (τέσσερα στα δέκα άτομα) μετά από ένα έτος. Από την άλλη, σχεδόν όλοι οι υγιείς εθελοντές δεν είχαν τέτοια αντισώματα “μπούμερανγκ” στο αίμα τους, ενώ επίσης τα επίπεδα των αυτο-αντισωμάτων ήσαν σχετικά χαμηλά σε όσους είχαν προ μηνών περάσει μη-COVID αναπνευστική λοίμωξη.

Οι ερευνητές βρήκαν ότι ιδίως δύο συγκεκριμένα αυτο-αντισώματα (U1snRNP και SSb-Las), μαζί με άλλες πρωτεΐνες κυτταροκίνες που προκαλούν φλεγμονή, υπήρχαν στο 30% των ασθενών με μακρά COVID-19 μετά από έναν χρόνο, ιδίως σε όσους υπέφεραν από δύσπνοια και επίμονη κόπωση.

Η Μούκερτζι δήλωσε ότι “για την πλειονότητα των ασθενών στη μελέτη μας ακόμη κι αν είχαν αυτο-αντισώματα λίγο μετά την αρχική λοίμωξη, αυτά είχαν φύγει μετά από 12 μήνες. Όμως σε μερικούς ασθενείς τα αυτο-αντισώματα επιμένουν και αυτοί ακριβώς οι ασθενείς είναι που είναι πιθανότερο να συνεχίσουν να υποφέρουν από συμπτώματα και να χρειάζονται ιατρική βοήθεια. Τα ευρήματα μας αναδεικνύουν την ανάγκη να γίνονται έλεγχοι για σημάδια αυτοάνοσης νόσου στους ασθενείς με μακρά COVID-19 που διαρκεί για ένα έτος ή περισσότερο”. Όπως είπε, οι άνθρωποι με συμπτώματα COVID-19 μετά από ένα έτος θα πρέπει να απευθυνθούν σε ρευματολόγο ή σε άλλο ειδικό για τις αυτοάνοσες παθήσεις και όχι πλέον κατ’ ανάγκη σε παθολόγο, πνευμονολόγο ή λοιμωξιολόγο.

Οι ερευνητές θα μελετήσουν σε επόμενη φάση ασθενείς με πολύ μακρόχρονη COVID-19 διάρκειας έως δύο ετών για να δουν πώς τα αυτο-αντισώματα μεταβάλλονται σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου.

Διαβάστε επίσης 

Πολλαπλή σκλήρυνση: Τεράστιο το οικονομικό βάρος για τους ασθενείς και το σύστημα υγείας

Η Ελλάδα αποκτά τη σφραγίδα του οδηγού Michelin

 

Exit mobile version