Συχνά ακούμε για το στραβό διάφραγμα, αλλά λίγες φορές κατανοούμε απολύτως περί τίνος πρόκειται και πόσο σημαντικό είναι. Για αρκετούς η καλή λειτουργία της μύτης είναι μια αυτόματη, όσο και αυτονόητη διαδικασία, αλλά δεν είναι έτσι ακριβώς τα πράγματα.
Διότι η μύτη είναι ένα σημαντικό φίλτρο για τον οργανισμό μας και, εάν δεν λειτουργεί όπως πρέπει, τότε υπάρχουν επιπτώσεις στην καθημερινή μας απόδοση και ευεξία.
«Καταρχάς ας εξηγήσουμε τι είναι το διάφραγμα. Πρόκειται για το διαχωριστικό τοίχωμα των δύο ρουθουνιών και αποτελείται από ένα οστέινο και από ένα χόνδρινο τμήμα. Η σκολίωση ρινικού διαφράγματος, ίσως η συνηθέστερη δυσμορφία του διαφράγματος, μπορεί να αφορά στο ένα τμήμα ή και στα δύο. Όταν το διάφραγμα είναι έντονα στραβό, δημιουργούνται αυξημένες αντιστάσεις στην είσοδο του αέρα και αυτό προκαλεί δυσχέρεια στη ρινική αναπνοή και οι άνθρωποι αναπνέουν από το στόμα» μας λέει η Δρ. Ανατολή Παταρίδου, MD, χειρουργός ωτορινολαρυγγολόγος κεφαλής-τραχήλου, παιδο-ΩΡΛ, επιστημονική συνεργάτης του Νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ-ΜΗΤΕΡΑ (www.pataridou.gr).
Εκτός από το γνωστό μπούκωμα – που ο ασθενής το συνηθίζει και εξοικειώνεται μαζί του, γιατί δεν έχει μέτρο σύγκρισης, καθώς αναπνέει έτσι όλη του τη ζωή – συχνά νιώθει κούραση, ροχαλίζει και, μάλιστα, βαριά, ζαλίζεται, έχει πονοκέφαλο, συχνό ξηρό βήχα, προβλήματα με τα αυτιά και άλλα ενοχλητικά συμπτώματα.
Το στραβό διάφραγμα ενοχοποιείται ακόμη και για κρίσεις πανικού, λόγω της έλλειψης αέρα, λέει η ειδικός.
Το στραβό διάφραγμα μπορεί να υπάρχει εκ γενετής ή να αποτελεί συνέπεια κάποιου τραυματισμού και η επέμβαση διόρθωσής του είναι η μοναδική λύση, για τη μια για πάντα αντιμετώπιση του προβλήματος. Η επέμβαση έχει γίνει πλέον ρουτίνας, με 100% επιτυχία σε κάθε περιστατικό, σύμφωνα με τους ειδικούς χειρουργούς.
«Η εξωτερική παραμόρφωση της μύτης μπορεί, επίσης, να επιδράσει στη σωστή αναπνοή. Έτσι, όταν αυτή επηρεάζει τις ανατομικές δομές της ρινικής βαλβίδας και του οστέινου τμήματος του διαφράγματος, πρέπει παράλληλα να διορθώνεται και η παραμόρφωση με λειτουργική ρινοπλαστική, η οποία εξασφαλίζει ένα άριστο αποτέλεσμα αισθητικά και αναπνευστικά. Δηλαδή αποκτάται μία μύτη τόσο συμμετρική, όσο και λειτουργική», επισημαίνει η κυρία Ανατολή Παταρίδου.
Και προσθέτει: «Με την ενδοσκοπική χειρουργική μπορούν να διορθωθούν όλες οι ανατομικές περιοχές, στις οποίες υπάρχει βλάβη, οι οποίες δεν γίνονται τόσο καλά ορατές με άλλες μεθόδους. Ταυτόχρονα μπορούν να χειρουργηθούν οι γνωστές κόγχες, είτε με καυτηριασμό, είτε με κογχοπλαστική. Ακόμη κι αν κατά τη διάρκεια της επέμβασης διαπιστωθούν πολύποδες ή κάποια ανατομική παραλλαγή, όπως η λεγόμενη φυσαλιδώδης κόγχη ή η παρουσία πύου σε παραρρίνιες κοιλότητες, μπορούν να διορθωθούν και αυτά χειρουργικά την ίδια στιγμή. Τα πλεονεκτήματα της εν λόγω τεχνικής είναι πολλά».
Τότε γιατί η συγκεκριμένη επέμβαση είναι παρεξηγημένη και πολύς κόσμος αποφεύγει να την κάνει;
Η χειρουργός ωτορινολαρυγγολόγος κεφαλής-τραχήλου, παιδο-ΩΡΛ διασαφηνίζει:
«Δυστυχώς η επέμβαση για το στραβό διάφραγμα είναι, όντως, πολύ παρεξηγημένη, γιατί δεν διορθώνονται όλα τα ανατομικά σημεία του διαφράγματος. Κάθε ασθενής έχει διαφορετική σκολίωση. Αν, λοιπόν, η επέμβαση δεν γίνει ενδοσκοπικά, τότε μπορεί να μη γίνει ολοκληρωμένη αποκατάσταση του στραβού διαφράγματος, οπότε ο ασθενής δε νιώθει ότι έχει ριζική διόρθωση του προβλήματός του.
Ένας, ακόμη, λόγος είναι ότι στις κάτω ρινικές κόγχες, όταν είναι υπερτροφικές, χρειάζεται να γίνει κογχοπλαστική και όχι απλώς καυτηριασμός, γιατί σε 8-10 μήνες ο ασθενής θα ξαναμπουκώσει, επειδή οι κόγχες θα διογκωθούν πάλι. Ισχύει, λοιπόν, ο κανόνας «δεν θέλει κόπο θέλει τρόπο», άρα ολοκληρωμένη και στοχευμένη χειρουργική διόρθωση.
Τέλος ο κόσμος πολλές φορές φοβάται ότι θα χρειαστεί νοσηλεία, ότι θα έχει πρήξιμο, μελανιές και πόνο, ενώ αυτά, με τις καινούργιες ενδοσκοπικές τεχνικές, δεν ισχύουν, είναι μύθος».
Τέλος η κυρία Παταρίδου εξηγεί τι γίνεται σε περιπτώσεις αποτυχημένου χειρουργείου.
Όπως τονίζει, συνήθως ένα χειρουργείο είναι αποτυχημένο, όταν έχουν μείνει σημεία του διαφράγματος, τα οποία έχουν σκολίωση και δεν έχουν διορθωθεί, οπότε πρέπει να διορθωθούν σε δεύτερο χρόνο ή αν έχει γίνει μόνο καυτηριασμός, να γίνει μία ολοκληρωμένη κογχοπλαστική.
Ένα άλλο συχνό θέμα είναι ότι αφαιρείται χόνδρος από το πρόσθιο τμήμα της μύτης, το ακρορρίνιο, το οποίο και στηρίζει την μύτη, με αποτέλεσμα να κλείνει η ρινική βαλβίδα.
«Σε αυτές τις περιπτώσεις μπορούμε να κάνουμε μία διορθωτική επέμβαση, βάζοντας μόσχευμα στο ακρορρίνιο, είτε από τον χόνδρο που έχει μείνει από το διάφραγμα, είτε από το πτερύγιο του αυτιού, χωρίς να υπάρχει κανένα πρόβλημα, ούτε λειτουργικό, ούτε αισθητικό στο πτερύγιο του αυτιού. Το αποτέλεσμα στην αναπνοή, όταν χρησιμοποιούμε αυτά τα μοσχεύματα, είναι εξαιρετικό», καταλήγει η ειδικός.
Από όλα τα παραπάνω είναι σαφές πως η ποιότητα της καθημερινής μας ζωής εξαρτάται από την ευεξία μας και πως καθοριστικός για αυτήν είναι ο ρόλος της ρινικής αναπνοής.