Οι προκλήσεις στη μέτρηση της χρήσης προϊόντων νικοτίνης ήταν το κύριο θέμα στην εκδήλωση του PMI Science, του επιστημονικού τμήματος της Philip Morris International, που έλαβε χώρα στις 10 Ιουνίου διαδικτυακά.
Στην εκδήλωση, την οποία συντόνισε η Andrea Costantini, Head of Scientific Engagement for Latin America & Canada, PMI, συμμετείχαν ως ομιλητές οι: Gizelle Baker, VP Global Scientific Engagement και Pierpaolo Magnani, Global Head of Behavioral and Regulatory Insights, ενώ στο τέλος των τοποθετήσεων υπήρξε ανοικτή συζήτηση με απαντήσεις στις ερωτήσεις του κοινού.
Η προσέγγιση του θέματος της διπλής χρήσης
Ένα θέμα που απασχόλησε τη συζήτηση είναι το πώς γίνεται να ελαχιστοποιηθεί αποτελεσματικά η διπλή χρήση, δηλαδή η παράλληλη χρήση τσιγάρου και εναλλακτικών προϊόντων, ώστε να μεγιστοποιηθεί η πλήρης μετάβαση στις καλύτερες εναλλακτικές για εκείνους που διαφορετικά θα συνέχιζαν να καπνίζουν.
Όπως αναφέρθηκε, η αλλαγή συμπεριφοράς είναι μια πολύπλοκη διαδικασία, ωστόσο οι παράγοντες που μπορούν να την επηρεάσουν είναι, μεταξύ άλλων, το ενδιαφέρον του χρήστη για την υγεία του, κοινωνικοί λόγοι, οικονομικοί λόγοι, παράγοντες όπως η ικανοποίηση, η ευκολία να προμηθευτεί κάποιος το προϊόν κ.ά.
Όπως έχουν δείξει ανεξάρτητες μελέτες για το προϊόν θέρμανσης καπνού της Philip Morris International (IQOS), οι καπνιστές που θεωρούν ότι το προϊόν αυτό παρουσιάζει προφίλ μειωμένου κινδύνου, έχουν τριπλάσιες πιθανότητες να αλλάξουν πλήρως συνήθεια, εγκαταλείποντας το τσιγάρο και κάνοντας αποκλειστική χρήση του εναλλακτικού προϊόντος.
Επίσης, μελέτες στην Ιαπωνία, που είναι η πλέον σημαντική αγορά για τα προϊόντα θέρμανσης καπνού, με το υψηλότερο ποσοστό χρήσης των προϊόντων αυτών στον κόσμο, έδειξαν ότι υπήρξε από τις αρμόδιες αρχές σαφής διαφοροποίηση προϊόντων αυτών ως προς τις ιδιότητες, τη χρήση και την επίδραση στην υγεία των χρηστών.
Αυτή η σαφής διαφοροποίηση οδήγησε χιλιάδες καπνιστές να τα επιλέξουν, χωρίς να κάνουν διπλή χρήση διακόπτοντας δηλαδή πλήρως το συμβατικό τσιγάρο.
Τα παραπάνω αποτελέσματα συνάδουν με τις μελέτες της PMI, η οποία πρόσφατα ανέφερε ότι καταγράφει περισσότερους από 19 εκατομμύρια χρήστες των προϊόντων χωρίς καύση, με πάνω από το 70% από αυτούς να έχουν σταματήσει πλήρως το κάπνισμα.
Οι ομιλητές συμφώνησαν ότι για να αλλάξουν οι καπνιστές και να στραφούν σε προϊόντα δυνητικά μειωμένου κινδύνου, θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε έγκυρες και επιστημονικά τεκμηριωμένες πληροφορίες για τα οφέλη, αλλά και τους κινδύνους κάθε προϊόντος.
Τέλος, αναφορικά με την πιθανότητα να ξεκινήσει κάποιος το κάπνισμα μέσω των προϊόντων θέρμανσης καπνού, οι έρευνες έως σήμερα έχουν δείξει ότι το 99% των ενηλίκων χρηστών τους έχουν ιστορικό καπνιστή, ενώ το αντίθετο ισχύει για μόλις 1% των χρηστών.
Στην πλέον ευαίσθητη ηλικιακή ομάδα, τους νέους, υπάρχουν πολλές ανεξάρτητες μελέτες σε πολλές χώρες που δείχνουν ότι η χρήση των προϊόντων θέρμανσης καπνού δεν αποτελεί «είσοδο» των νέων στο κάπνισμα.
Ενδεικτικά, μελέτη από κρατικό φορέα στη Γερμανία έδειξε ότι στις ηλικίες 12-17 και 18-25 ποσοστό πολύ κάτω του 1% των καπνιστών ήταν χρήστες του IQOS. Το ίδιο μικρό ποσοστό έχουν δείξει μελέτες και σε Ελβετία, Βρετανία και αλλού.
Τα βασικά συμπεράσματα της επιστημονικής εκδήλωσης ήταν:
• Η καλύτερη επιλογή υγείας για έναν καπνιστή είναι η πλήρης διακοπή του καπνίσματος. Ωστόσο, για τους καπνιστές που δεν επιθυμούν να διακόψουν, οι επιπτώσεις στην υγεία τους μπορούν να μειωθούν κατά πολύ, επιλέγοντας μια λιγότερο επιβλαβή για την υγεία τους εναλλακτική λύση.
• Παρόλο που τα εναλλακτικά προϊόντα νικοτίνης δεν θεωρούνται προϊόντα απαλλαγμένα κινδύνου και επιπλέον παρέχουν στον χρήστη νικοτίνη, η οποία είναι εθιστική, επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει ότι η έκθεση σε τοξικές ουσίες και η ανταπόκριση του οργανισμού σε αυτές οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στη καύση που λαμβάνει χώρα στο συμβατικό τσιγάρο.
• Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε με σαφήνεια τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείται κάθε ένα ξεχωριστό προϊόν καπνού και νικοτίνης. Αυτό θα μας επιτρέψει να δούμε τα μοντέλα συμπεριφοράς και συνηθειών και πώς αυτά μπορούν να αλλάξουν προς την κατεύθυνση της Μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα.
Για παράδειγμα, θα πρέπει να απαντηθούν ερωτήματα, όπως: Όταν οι καπνιστές αλλάζουν σε νέο προϊόν καπνού, σταματούν να καπνίζουν τσιγάρα; Χρησιμοποιούν ταυτόχρονα άλλα προϊόντα καπνού; Πόσο συχνά και πόσο χρησιμοποιούν κάθε προϊόν καπνού;
• Ένα σημαντικό θέμα που συζητήθηκε είναι ότι δεν υπάρχει μεταξύ των επιστημόνων μια από κοινού συμφωνημένη ορολογία ή μεθοδολογία για την προσέγγιση των θεμάτων που αφορούν τη χρήση προϊόντων καπνού. Ως αποτέλεσμα της έλλειψης κοινής ορολογίας και μεθοδολογίας, βλέπουμε ότι παρόμοιες μελέτες μπορούν να επιτύχουν διαφορετικά αποτελέσματα και το αντίθετο.
Επομένως, πρέπει να διασφαλίσουμε ότι γνωρίζουμε τα πλεονεκτήματα και τους περιορισμούς κάθε προσέγγισης κατά την ερμηνεία των αποτελεσμάτων και όπως ανέφεραν οι ομιλητές, «να γνωρίζουμε ποιο ερώτημα καλούμαστε να απαντήσουμε με κάθε μελέτη».
• Οι επιστήμονες, οι ρυθμιστικές αρχές και η βιομηχανία θα πρέπει να συνεργαστούν για την ανάπτυξη κοινά συμφωνημένων προτύπων για την προώθηση της συγκρισιμότητας μεταξύ διαφορετικών μελετών.