Στις προκλήσεις που αναδείχθηκαν για το ελληνικό σύστημα υγείας στη νέα πραγματικότητα της πανδημίας και στις προτεραιότητες που θα καθορίσουν μία βιώσιμη μεταρρύθμιση στο ΕΣΥ μετά την COVID-19, αναφέρθηκαν στο πλαίσιο του 6ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, ο γενικός γραμματέας, Υπηρεσιών Υγείας του υπουργείου Υγείας, Γιάννης Κωτσιόπουλος, ο καθηγητής Ιατρικής του πανεπιστημίου Αθηνών Γιάννης Τούντας, ο αναπληρωτής καθηγητής Οικονομικής Αξιολόγησης Συστημάτων Τεχνολογίας, Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας στο ΕΜΠ, Άγγελος Τσακανίκας και ο καθηγητή Οικονομικών της Υγείας, Κοινωνικής Πολιτικής και Διοίκησης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιάννης Υφαντόπουλος,
Στις εισηγήσεις τους οι ομιλητές ανέλυσαν την ανάγκη ενίσχυσης του συστήματος δημόσιας υγείας, την ψηφιακή αναμόρφωση των υπηρεσιών υγείας, τις στρατηγικές μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης καθώς και τη βελτίωση της αποδοτικότητας από τη χρήση των δημόσιων πόρων διαμόρφωσαν τους άξονες της συζήτησης.
Ο επαναπροσδιορισμός των προτεραιοτήτων της πολιτικής δημόσιας υγείας, η ανάπτυξη του εθνικού συστήματος υπηρεσιών δημόσιας υγείας ανεξάρτητα αλλά και σε θεσμική διασύνδεση με το σύστημα υπηρεσιών υγείας και η ανάπτυξη του κατάλληλου ανθρώπινου δυναμικού αποτελούν θεμέλιους λίθους για τη δημιουργία ενός ισχυρού συστήματος δημόσιας υγείας.
Η δημόσια υγεία δεν ταυτίζεται αποκλειστικά με την παροχή υπηρεσιών υγείας, αλλά εστιάζει στην πρόληψη, την προαγωγή της υγείας και την προστασία της υγείας (τομέας που περιλαμβάνει και την αντιμετώπιση επιδημιών), τόνισε ο κ.Τούντας.
Η νομοθεσία για την εθνική στρατηγική για τη δημόσια υγεία (Ν. 4675/2020) είναι ένα θετικό βήμα, στο οποίο χρειάζεται η συνεργασία και η συμμετοχή του πληθυσμού, της τοπικής αυτοδιοίκησης και της επιστημονικής κοινότητας. Απαιτείται αναδιάρθρωση των υπηρεσιών σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο για τη διαχείριση όχι μόνο των μεταδιδόμενων νοσημάτων αλλά και άλλων κατηγοριών όπως ο καρκίνος ή τα καρδιαγγειακά νοσήματα.
Η πανδημία COVID-19 λειτούργησε καταλυτικά για τον ψηφιακό μετασχηματισμό του συστήματος υγείας. Η εισαγωγή της άυλης συνταγογράφησης και η ψηφιακή καταγραφή διεξαγωγής των self-test αποκαλύπτει την ανταποκρισιμότητα της κοινωνίας στα μέτρα ψηφιακής πολιτικής.
Θετικά βήματα έχουν ήδη γίνει από το 2011 με την εισαγωγή της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης. Όμως η έλλειψη διασύνδεσης και διαλειτουργικότητας των συστημάτων έχει οδηγήσει σε έναν ανεκμετάλλευτο πλούτο των RWE στην Ελλάδα δημιουργώντας σημαντικές ευκαιρίες αξιοποίησης τους. Η στιγμή πλέον είναι κατάλληλη για να συνδεθεί η υλοποίηση των πολιτικών με την παραγωγή και χρήση δεδομένων για τον σχεδιασμό της φαρμακευτικής πολιτικής και στοχευμένων παρεμβάσεων για την ορθότερη κατανομή και διαχείριση των πόρων.
Οι πολιτικές δεν μπορούν να υλοποιηθούν χωρίς δεδομένα. Αυτά είναι το «νέο πετρέλαιο», δήλωσε χαρακτηριστικά ο αν. καθηγητής, κ. Τσακανίκας.
Η αποδοτικότητα του συστήματος υγείας καταγράφεται ιδιαίτερα χαμηλή στην Ελλάδα και η αποτελεσματική διαχείριση των δημόσιων πόρων αποτελεί σημαντικό ερώτημα για την επόμενη μέρα, ειδικά όταν ακόμα κυριαρχούν πολιτικές περιορισμού του κόστους. H ανάπτυξη συνεργασίας μεταξύ δημόσιου-ιδιωτικού τομέα μπορεί να αποτελέσει ένα μέτρο, σύμφωνα με τον καθηγητή κ. Υφαντόπουλο που θα οδηγήσει στην εξασφάλιση της αποτελεσματικότητας των μέτρων και της αξιοποίησης των πόρων.
Πέρα από την οικονομική διαχείριση των πόρων ο γενικός γραμματέας Υγείας, επεσήμανε την ανάγκη διασφάλισης της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών. Σημαντική αναβάθμιση των νοσοκομειακών υπηρεσιών έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της πανδημίας τόνισε ο ομιλητής.
Η σημαντική αύξηση των κλινών ΜΕΘ στη χώρα σε επίπεδα που προσεγγίζουν τον μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε. αποτελεί σημαντική παρακαταθήκη μαζί με την σημαντική αύξηση του ανθρώπινου δυναμικού του συστήματος υγείας που είναι σε εξέλιξη.
Σε αυτές τις προσπάθειες σημαντική ενίσχυση δίνουν οι πρωτοβουλίες που περιλαμβάνονται στις δράσεις που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Ανάκαμψης.
Ήδη δρομολογούνται δράσεις προϋπολογισμού 1,5 δις ευρώ που εστιάζουν στην ανάπτυξη και στον εκσυγχρονισμό των υπηρεσιών υγείας, την ανάπτυξη ΠΦΥ, τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό του συστήματος υγείας αλλά και τη βελτίωση της ποιότητας και αποδοτικότητας των υπηρεσιών υγείας.
Ο ΟΔΙΠΥ θα αποτελέσει το φορέα που θα θέσει τους δείκτες και τα πρότυπα ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών σε συνεργασία με το αρμόδιο τμήμα του ΠΟΥ στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση θα συνεχίσει να ενισχύει το ΕΣΥ με πιο εξειδικευμένες παρεμβάσεις και θα επενδύσει στο ψηφιακό μετασχηματισμό με τη δημιουργία ηλεκτρονικού φακέλου ασθενούς, την αναβάθμιση των ηλεκτρονικών συστημάτων των νοσοκομείων, την ψηφιοποίηση των διαδικασιών για τους ογκολογικούς ασθενείς και την προώθηση της τηλεϊατρικής σε άγονες/δυσπρόσιτες περιοχές.
Η συζήτηση κατάφερε να δώσει συγκεκριμένες μεταρρυθμιστικές κατευθύνσεις για ένα ανθεκτικό σύστημα υγείας μετά την πανδημία COVID- 19, στο οποίο το σύστημα δημόσιας υγείας θα πρέπει να προστατεύει την υγεία του πληθυσμού, τα RWE να οδηγούν σε τεκμηριωμένες πολιτικές υγείας, η διαχείριση των πόρων προς υψηλής ποιότητας υπηρεσίες να είναι οικονομικά αποδοτική και η υγεία να αντιμετωπίζεται ως επένδυση για την οικονομία.