“Για πολλά χρόνια στη χώρα μας, η πρόληψη ταυτιζόταν αποκλειστικά με τον εμβολιασμό, όμως πλέον η Ελλάδα έχει περάσει σε μια νέα εποχή, όπου σχεδιάζονται πολιτικές πρόληψης που επεκτείνονται και στη δευτερογενή πρόληψη των χρόνιων νοσημάτων”, τόνισε η Αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας Ειρήνη Αγαπηδάκη η οποία συμμετείχε σήμερα, 22 Οκτωβρίου 2025, στο 14ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ασθενών, όπου απηύθυνε κεντρική ομιλία στην ενότητα με θέμα «Πρόληψη: Η Μεγάλη Πρόκληση της Δημόσιας Υγείας».
Η Αναπληρώτρια Υπουργός τόνισε ότι «πρέπει να συστηματοποιήσουμε και να ενισχύσουμε και τις δύο προσπάθειες — τόσο τον εμβολιασμό όσο και τη δευτερογενή πρόληψη».
Αναφερόμενη στον εμβολιασμό, επισήμανε ότι η Ελλάδα διαθέτει ένα από τα πληρέστερα προγράμματα στην Ευρώπη, με πολλά εμβόλια που αποζημιώνονται πλήρως για παιδιά και ενήλικες. «Σε συνεργασία με την πρόεδρο της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, καθηγήτρια Μαρία Θεοδωρίδου και την Ένωση Ασθενών Ελλάδος, εξετάζονται τρόποι ενίσχυσης του εμβολιασμού των ενηλίκων, ενώ αναπτύσσονται νέες ψηφιακές εφαρμογές που θα ενημερώνουν και θα υπενθυμίζουν τα εμβόλια που χρειάζεται κάθε πολίτης. Είναι κρίμα να ταλαιπωρούνται άνθρωποι από νοσήματα που μπορούν να προληφθούν», σημείωσε.
Η κα. Αγαπηδάκη έκανε ιδιαίτερη αναφορά στο πρόγραμμα «ΠΡΟΛΑΜΒΑΝΩ», ένα οργανωμένο πρόγραμμα δωρεάν προληπτικών εξετάσεων για όλους τους πολίτες, ασφαλισμένους και ανασφάλιστους. Επισήμανε ότι το πρόγραμμα ενσωματώνει πλήρως τον ψηφιακό μηχανισμό για την έκδοση και την παρακολούθηση των εξετάσεων, χωρίς συνταγογράφηση και γραφειοκρατία, και καλύπτει περισσότερες από μία εξετάσεις για κάθε νόσημα. «Για παράδειγμα, για τον καρκίνο του μαστού εντάξαμε όχι μόνο τη μαστογραφία αλλά και το υπερηχογράφημα και την κλινική εξέταση», ανέφερε, προσθέτοντας ότι αντίστοιχα μέτρα λαμβάνονται και για τα καρδιαγγειακά νοσήματα, τα οποία αποτελούν το μεγαλύτερο πρόβλημα Δημόσιας Υγείας.
Ειρήνη Αγαπηδάκη: «Καλύψαμε ένα κενό 40 ετών στην πρόληψη»
Όπως σημείωσε η Ειρήνη Αγαπηδάκη, μέσω του προγράμματος για την πρόληψη έχουν ήδη εντοπιστεί χιλιάδες άνθρωποι με υπέρταση και άλλα νοσήματα που δεν γνώριζαν ότι πάσχουν, ενώ έχουν πραγματοποιηθεί περισσότερες από 4,4 εκατομμύρια εξετάσεις σε σύνολο 6 εκατομμυρίων δικαιούχων. «Καλύψαμε ένα κενό 40 ετών στην πρόληψη», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η Αναπληρώτρια Υπουργός υπογράμμισε ότι «η πρόληψη, πέρα από ζήτημα υγείας, είναι και ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης. Ο Πρωθυπουργός έχει ξεκαθαρίσει πως η υγεία είναι δικαίωμα και όχι προνόμιο. Αισθάνομαι περήφανη που υπηρετώ έναν Πρωθυπουργό που όχι απλά κατανοεί βαθιά τα θέματα της πρόληψης αλλά πρώτος αυτός μου έθεσε την αναγκαιότητα να αναλάβουμε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και στον τομέα της πρόληψης των χρονίων νοσημάτων και της παιδικής παχυσαρκίας».
Αναφέρθηκε, δε, και στις Κινητές Ομάδες Υγείας που φτάνουν στην πόρτα των πολιτών, δίνοντας έμφαση στην υποστήριξη ηλικιωμένων, ατόμων με αναπηρία και ανθρώπων με περιορισμένη πρόσβαση ή χαμηλό εγγραμματισμό υγείας. «Η ενημέρωση δεν αρκεί· χρειάζεται ανάπτυξη δεξιοτήτων και αυτό πρέπει να το κάνουμε μαζί — το Υπουργείο, η Ένωση Ασθενών, οι σύλλογοι και η κοινωνία των πολιτών», σημείωσε.
Η κ. Αγαπηδάκη αναφέρθηκε ακόμη στην ανάγκη να σπάσουν τα κοινωνικά στερεότυπα γύρω από τις εξετάσεις, ιδιαίτερα μεταξύ ανδρών που θεωρούν ότι «οι άντρες αντέχουν», αλλά και γυναικών που νιώθουν αμηχανία να υποβληθούν σε προληπτικούς ελέγχους. «Η πρόληψη αφορά τη ζωή μας και πρέπει να μιλάμε ανοιχτά γι’ αυτήν», είπε.
Κλείνοντας, τόνισε ότι η Ελλάδα κάνει πράξη μια πολιτική πρόληψης που είναι ταυτόχρονα αποτελεσματική και οικονομικά βιώσιμη: «Η πρόληψη είναι win–win πολιτική: βελτιώνει την υγεία, μειώνει τη δαπάνη και κάνει τα συστήματα πιο δίκαια και βιώσιμα. Αν θέλουμε μια κοινωνικά δίκαιη Ευρώπη, πρέπει να επενδύσουμε στην πρόληψη και όχι στη συγκράτηση δαπανών εις βάρος των πολιτών».
Διαβάστε επίσης
Σεξουαλική υγεία μετά τον καρκίνο του μαστού: Η έλλειψη ενημέρωσης, οι επιπτώσεις και οι λύσεις